Header Ads

Header ADS

Κάλπικοι σωτήρες



ΑΠΟΣΤΟΜΩΤΙΚΗ απάντηση στους μαθητευόμενους μάγους που τάζουν ανέμελα τη σωτηρία μας μέσω της επικείμενης κάλπης το «Πάψετε πια», αλλά πολύ φοβάμαι πως αδυνατούν να το καταλάβουν. Επιμένω για το πείσμα τους στους στίχους του Κώστα Ουράνη –γεννήθηκε τέτοιες μέρες το 1890– που μας καταποντίζουν στα βάθη, μας καθηλώνουν στ’ ακρολίμανα και την ίδια στιγμή μάς απογειώνουν ώς τ’ άστρα:

ΠΑΨΕΤΕ ΠΙΑ να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου/ τους γόους της υστερικής σειρήνας σταματήστε/ κι αφήστε το πηδάλιο στης τρικυμίας τα χέρια:/ το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε!// Τι; Πάλι να γυρίσουμε στην βαρετήν Ιθάκη/ στις μίζερες τις έγνοιες μας και τις φτηνές χαρές μας/ και στην πιστή τη σύντροφο, που σαν ιστόν αράχνης ύφαινε την αγάπη της γύρω από τη ζωή μας;// Πάλι να ξέρουμε από πριν το αύριο τι θα ’ναι/ και να μη νιώθουμε καμιά λαχτάρα ν’ ανατέλλει/ πάλι σαν τους ανήλιαστους καρπούς που μαραζώνουν/ και πέφτουν σάπιοι καταγής να μοιάζουν τα όνειρά μας;// Η τόλμη αφού μας έλειψε (και θα μας λείπει πάντα!)/ να βγούμε, μόνοι, απ’ τη στενή και τη στρωτή μας κοίτη/ κι ελεύτεροι, σαν άνθρωποι στη χαραυγή του κόσμου/ τους άγνωστους να πάρουμε και τους μεγάλους δρόμους// μ’ ανάλαφρη περπατησιά σαν του πουλιού στο χώμα/ και την ψυχή μας ριγηλή σα φυλλωσιά στην αύρα,/ τουλάχιστο ας μη χάσουμε την ευκαιρία τώρα/ το παίγνιο να γίνουμε των άγριων των κυμάτων// κι όπου το φέρει! Ως πλόκαμοι μπορούν να μας τραβήξουν/ τα κύματα της θάλασσας, τα σκοτεινά τα βάθη/ μα και μπορούν στη φόρα τους να μας σηκώσουν τόσο/ ψηλά – που με το μέτωπο ν’ αγγίξουμε τ’ αστέρια!..

ΤΑ ΦΟΡΤΗΓΑ ΚΑΡΑΒΙΑ συλλογίζομαι/ που γέρασαν και τώρα λαβωμένα/ χωρίς ούτε μια βάρδια στο κατάστρωμα/ σαπίζουν στ’ ακρολίμανα δεμένα.// Τα φορτηγά καράβια που ταξίδεψαν/ στων πέντε των ηπείρων τα πελάγη/ απ’ του Μουρμάνκ την παγερή τη θάλασσα/ ίσα με του Αμαζόνα τα τενάγη.// Τους ναυτικούς τους γέρους συλλογίζομαι/ που στα μεγάλα των χειμώνων βράδια/ με υπομονή κι αγάπη –για τα εγγόνια τους/ είτε γι’ αυτούς– μικρά φτιάχνουν καράβια.// Και δεν μπορούνε πια να ταξιδέψουνε/ μα κάθε μέρα ώς το λιμάνι πάνε/ και άνεργοι, ανώφελοι και πένθιμοι/ σαν κατιτίς να χάσανε κοιτάνε.

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ Το ωραίο καράβι, έτοιμο στο χαρωπό λιμάνι/ γιορταστικά με γιασεμιά και ρόδα στολισμένο/ με τις παντιέρες του αλαφριές στην ανοιξιάτικη αύρα/ και τ’ Ονειρό μας στο χρυσό πηδάλιο καθισμένο,// μας πήρε για τα Κύθηρα, τα θρυλικά, όπου μέσα/ σε δέντρα και σε λούλουδα και γάργαρα νερά/ υψώνεται ο μαρμάρινος ναός για τη λατρεία/ της Αφροδίτης – του έρωτα τη θριαμβική θεά.// Μα το ταξίδι ήταν μακρύ κι η χειμωνιά μάς βρήκε!/ Οι φανταχτερές κι ανάλαφρες παντιέρες μουσκευτήκαν/ τα χρώματα ξεβάψανε και τ’ άνθη εμαραθήκαν// και κάτου από τους άξενους τους ουρανούς το πλοίο/ απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα τ’ αφρισμένο/ με το φτωχό μας Ονειρο στην πρύμνη πεθαμένο.

Δημήτρης Νανούρης

efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.