Γιατί δεν βυθίστηκε ο τουρκικός στόλος το 1974 Η μαρτυρία του κυβερνήτη του υποβρυχίου «Γλαύκος» Βασίλη Γαβριήλ
Γιατί δεν βυθίστηκε ο τουρκικός στόλος το 1974
https://nikospa.wordpress.com/2015/07/21/γιατί-δεν-βυθίστηκε-ο-τουρκικός-στόλο/
Οι ευθύνες της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας για το 1974 →
Posted on 21/07/2015 by ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
ΜΕ την έναρξη της τουρκικής εισβολής, στις 20 Ιουλίου 1974, συνήλθε στην Αθήνα το Πολεμικό Συμβούλιο και, μεταξύ άλλων, είχε αποφασίσει την αποστολή δύο υποβρυχίων για την καταβύθιση των τουρκικών πολεμικών πλοίων που έπλεαν προς τις ακτές της Κερύνειας, για να πραγματοποιήσουν την εισβολή. Επρόκειτο για δυο υπερσύγχρονα υποβρύχια τσέπης – το «Γλαύκος» και «Νηρεύς» – που ανήκαν στο Ελληνικό Ναυτικό, και είχαν πολύ μεγάλες επιχειρησιακές ικανότητες.
ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ τον πλουν τους κανονικά τα δυο υποβρύχια για την εθνική αποστολή τους, όμως καθ’ οδόν, σε όχι μεγάλη απόσταση από την Κύπρο, ο τότε Αρχηγός Ναυτικού Πέτρος Αραπάκης διέταξε την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Επρόκειτο ασφαλώς για εθνική προδοσία, για τη οποία κανένας Αραπάκης δεν δικάστηκε μέχρι και το θάνατό του. Η Κύπρος αφέθηκε ανυπεράσπιστη στις ορέξεις του Αττίλα, ο οποίος μέχρι σήμερα, 41 χρόνια μετά, πατά τα αιματοβαμμένα χώματα της μεγαλονήσου.
ΘΑ ήταν πολύ ενδιαφέρον να δούμε τις λεπτομέρειες γύρω από τον πλου της των δυο υποβρυχίων προς Κύπρο. Και ένας από εκείνους που έχουν τον πρώτο λόγο για το τι ακριβώς έγινε, είναι ο κυβερνήτης του «Γλαύκου», Βασίλης Γαβριήλ, Μακαρίτης σήμερα ο Γαβριήλ, όμως η μαρτυρία του είναι ιστορικά καταγεγραμμένη, όπως την έδωσε το 2007 στην αθηναϊκή εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος».
Advertisements
REPORT THIS ADΑΠΟΡΡΗΤΟ
ΠΡΙΝ πάμε στη συνέντευξη, να αναφέρουμε ότι ο Γαβριήλ ήταν γαμβρός επ’ αδελφή του Λευτέρη Χανδρινού, του κυβερνήτη του αρματαγωγού «Λέσβος», του μόνου ελληνικού πλοίου που πολέμησε τον Αττίλα το Ιούλιο του 1974, αναγκάζοντας τους πανικοβλημένους Τούρκους να χάσουν δύο αντιτορπιλικά στα ανοικτά της Πάφου. Τη συνέντευξη πήρε ο Δημήτρης Ζαφειρόπουλος:
– Κύριε Γαβριήλ σε ποια μονάδα υπηρετούσατε όταν εκδηλώθηκε η εισβολή του Αττίλα, στις 20 Ιουλίου 1974;
– Είχα αναλάβει κυβερνήτης στο υποβρύχιο «Γλαύκος» από το Μάιο του 1973 και παρέμεινα τριάμισι χρόνια. Ένα χρόνο μετά που ανάλαβα, το υποβρύχιο πιστεύω ότι ήταν σε πολύ καλή επιχειρησιακή ετοιμότητα για να αντεπεξέλθει σε οιαδήποτε άσκηση, ή ακόμη και σε πόλεμο.
-Υπήρχαν κάποιες πληροφορίες ή φήμες για την εισβολή, τις προηγούμενες ημέρες της 20ής Ιουλίου; Υπήρχε κάποιος βαθμός ετοιμότητας στο Πολεμικό Ναυτικό;
-Πληροφορίες από το Αρχηγείο Ναυτικού ότι επίκειται οποιαδήποτε εισβολή ή όχι, δεν υπήρχαν. Καμιά! Μόνο ό,τι πληροφορίες μπορούσαμε να αντλήσουμε από διάφορα μέσα, μιλάω από το ραδιόφωνο στην ουσία. (Παρόλο που δεν ήμουν αντιστασιακός, άκουγα και το ραδιοσταθμό της Κολωνίας «Deutsche Welle», που ήταν εναντίον του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος. Αλλά, όταν άκουγες να λέγει ότι απέναντι από την Κύπρο έχει συγκεντρωθεί 100.000 τουρκικός στρατός και είναι έτοιμος για απόβαση, μόνο αυτό σε ανάγκαζε να λάβεις τα μέτρα σου, οποιαδήποτε κι αν είναι αυτά, ώστε να είσαι έτοιμος, να αντεπεξέλθεις σε ο,τιδήποτε έκαναν οι Τούρκοι. Επομένως, συγκεκριμένος βαθμός ετοιμότητας στο Πολεμικό Ναυτικό δεν υπήρχε τέτοιος, για να αντιμετωπίσουμε έναν πόλεμο. Δεν είχε δοθεί ποτέ κανένα τέτοιο σήμα. Απλώς τα υποβρύχια πάντα ήσαν ετοιμοπόλεμα και το μόνο στο οποίο μειονεκτούσαν ήταν ότι δεν είχαν πάρει τον φόρτο τορπιλών που θα έπρεπε. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ ο πλήρης φόρτος τορπιλών εντός υποβρυχίου είναι γύρω στις 14 – 15 τορπίλες, την Πέμπτη του πραξικοπήματος υπήρχαν στο υποβρύχιο 13 τορπίλες. Αυτός ήταν ο μόνος βαθμός ετοιμότητας, με αποτέλεσμα την ώρα που χρειάστηκε η κινητοποίησή μας, τρέχαμε τελευταία στιγμή να ανεφοδιάσουμε το υποβρύχιο ακόμα και με τρόφιμα ασφαλείας. Αρκεί να τονίσω, πως ο ανεφοδιασμός ενός υποβρυχίου σε τρόφιμα είναι απαραίτητος, ακόμα και για έναν ανεξάρτητο πλου 15 – 20 ημερών ή και περισσότερο αν χρειαστεί.
-Ποιο ήταν το ηθικό και οι αντιδράσεις των στελεχών, αλλά και των απλών κληρωτών, μετά την πληροφόρηση περί τουρκικής επίθεσης κατά της Κύπρου;
-Τα υποβρύχια διαθέτουν έναν μόνο ναύτη κληρωτό, τον μάγειρα. Όλοι οι άλλοι είναι μόνιμα στελέχη, υπαξιωματικοί και αξιωματικοί, και θα πω ότι το ηθικό ήταν αρκετά υψηλό. Αν και το ηθικό στην ουσία δεν το κρίνεις μόνο όταν πας για κάτι. Όταν ακούσεις το μπαμ, τότε ξέρεις αν μπορείς να γίνεις ήρωας, ή αν θα γυρίσεις πίσω. Επομένως, μπορώ να πω ότι το ηθικό ήταν αρκετά υψηλό και δεν υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα στο πλήρωμα του υποβρυχίου. Ήσαν όλοι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν οτιδήποτε.
-Μιλήστε μας για την αποστολή των υποβρυχίων στην Κύπρο. Πότε διαταχθήκατε να μεταβείτε εκεί; Και πώς έγινε η ανάκληση αυτής της διαταγής; Υπήρχαν περισσότερες από μία διαταγές αποστολής και ανακλήσεως;
-Τα υποβρύχια ξεκίνησαν από τον ναύσταθμο της Σαλαμίνας, στις 19 του μηνός στις 3 το μεσημέρι και η εντολή που είχαμε λάβει ήταν να κάνουμε ασκήσεις περί τη Ρόδο, όπου εκεί θα είχαν ασκήσεις οι Τούρκοι. Επομένως δεν απέπλευσαν τα υποβρύχια από τον ναύσταθμο έχοντας ν’ αντιμετωπίσουν την περίπτωση πολέμου, εχθρικής επιθέσεως ή άλλο ενδεχόμενο. Ξεκινήσαμε για να πάμε σε μια άσκηση, πλην όμως, προτού αποπλεύσουμε, μας είχαν φωνάξει στο Αρχηγείο Στόλου, τον κυβερνήτη του υποβρυχίου «Νηρεύς» και εμένα, προκειμένου να ενημερωθούμε για το σχέδιο «Κ», το οποίο αφορούσε επίθεση κατά της Κύπρου από τους Τούρκους και ποιες ήταν οι κινήσεις που έπρεπε να κάνουν οι ελληνικές δυνάμεις-Στρατός, Ναυτικό και Αεροπορία. Ρίξαμε μια ματιά στο σχέδιο, ζήτησα ένα αντίγραφο, όμως δεν μου έδωσαν γιατί ήταν απόρρητο. Αυτό ήταν η ενημέρωσή μου για το σχέδιο «Κ» και το συμπέρασμά μου ήταν ότι, μάλλον, δεν ήταν μια απλή άσκηση, αλλά ότι υπήρχε πιθανότητα εμπλοκής ή και οτιδήποτε άλλο. Αποπλεύσαμε στις 19 του μηνός, ενώ η απόβαση έγινε το πρωί της 20ής, ημέρα Σάββατο. Στις επτά το πρωί της ημέρας εκείνης, τα υποβρύχια βρίσκονταν στις Κυκλάδες, οπότε και λάβαμε εντολή από το Αρχηγείο Ναυτικού να πλεύσουμε εν καταδύσει και να αναλάβουμε περιπολίες μεταξύ ακτών Κύπρου και Τουρκίας, στο βόρειο μέρος της Κύπρου. Να πλεύσουμε, μάλιστα, υπό πολεμικές συνθήκες. Αυτό το σήμα ήλθε στις 20 του μηνός, στις τέσσερεις το απόγευμα, ενώ είχε αρχίσει η αποβίβαση των Τούρκων.
Τα μέτρα που έπρεπε να λάβουμε ήταν μέτρα άμυνας, ωσάν να ήταν πόλεμος. Κι αυτό σήμαινε, κατά τη δική μου εκτίμηση και ερμηνεία, πώς όταν δεις εχθρικό στόχο, ρίχνεις προτού σε εντοπίσει. Γιατί αν σε εντοπίσει πρώτο ένα πλοίο, για παράδειγμα ένα αντιτορπιλικό, δυσκολότερα το αντιμετωπίζεις από το αν το εντοπίσεις πρώτος. Με βάση αυτό, τα υποβρύχια έχουν τις δυνατότητες να εντοπίζουν πρώτα τα αντιτορπιλικά, τα οποία αποτελούν και το βασικό στόχο ενός υποβρυχίου, και μετά ακολουθούν τα αποβατικά ή οτιδήποτε άλλο. Πλέοντας, λοιπόν, προς Κύπρο και λαμβάνοντας υπ’ όψη όλα αυτά που με είχαν διατάξει, έλαβα σήμα ανακοπής του πλου προς Κύπρο στις 21 του μηνός στις 9 – 10 το βράδυ, όταν απείχα από το δυτικό μέρος της νήσου περί τα 85 ναυτικά μίλια. Αυτή ήταν η πρώτη διαταγή για να επιστρέψω πίσω, για να αναλάβουμε περιπολίες σε συγκεκριμένους τομείς περί την Ρόδο.
Κι αυτή ήταν και η πρώτη ανάκληση των υποβρυχίων. Στη συνέχεια, στις 22 του μηνός στις οκτώ το βράδυ, είχαμε πάρει παρόμοιο σήμα, να επαναπλεύσουμε προς Κύπρο και ν’ αναλάβουμε πολεμικές περιπολίες, όπως ανέφερε το πρώτο σήμα. Ο δεύτερος πλους προς Κύπρο ανεκόπη την επομένη, 23 του μηνός, στις 7.00 το πρωί και όταν απείχα από τις ακτές της νήσου 45 ναυτικά μίλια. Αναφέρω ακτές της Κύπρου, διότι από εκεί και πέρα, λογικά θα υπήρχε έντονος εχθρική παρουσία και το υποβρύχιο θα έπρεπε να λάβει ορισμένα μέτρα, ώστε να μην εντοπιστεί εύκολα και να μπορέσει να εκτελέσει την αποστολή του. Αυτά ήταν τα σήματα, τα οποία πήρα. Το μεν πρώτο να πλεύσω προς Κύπρο – υπό πολεμικές μάλιστα συνθήκες – και το δεύτερο να επαναπλεύσω σε συγκεκριμένο τομέα περιπολίας. Δεν ξέρω τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο Πέτρος Αραπάκης
-Νομίζετε ότι η διαταγή να μην υπάρξει τελικά εμπλοκή με τα τουρκικά αντιτορπιλικά και αποβατικά ήταν προαποφασισμένη, ή κάτι συνέβη στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα μεταξύ των διαφόρων σημάτων που λάβατε στην αποστολή σας;
-Αυτό δεν το γνωρίζω.
-Μήπως, τελικά, ήλθε αργά η πρώτη διαταγή;
-Διαταγή περί μη εμπλοκής δεν είχαμε λάβει ποτέ. Ίσα-ίσα, η διαταγή ήταν για μένα να αποφύγω μεν την εμπλοκή μέχρι να δω τι εντολή θα είχα από το Ναυτικό, αλλά τα μέτρα που έπρεπε να λάβω ήταν μέτρα αμύνης ώστε το υποβρύχιο να μην πάθει κάτι και να χτυπήσει τον αντίπαλο εφόσον βρισκόταν σε οπτική επαφή μαζί του. Επομένως για μένα, παρόλο που υπήρχαν πολλά ερωτηματικά ως προς τα σήματα τα οποία είχα λάβει, η ερμηνεία που έδωσα ήταν «επιτίθεσαι και μετά ρωτάς».
–Ήταν κάτι προαποφασισμένο;
-Εγώ δεν γνωρίζω αν υπήρχε και τι υπήρχε στη σκέψη του κ. Αραπάκη ή των επιτελών στο Αρχηγείο Ναυτικού. Για τους αξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού υπάρχει μόνο ο Αρχηγός και δεν επηρεάζονται από κανέναν άλλο. Κανείς δεν μπορεί να δώσει εντολή σε υποβρύχιο να κάνει οτιδήποτε. Ούτε και σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο. Επομένως, οι εντολές ήταν απευθείας από τον Αρχηγό προς τους κυβερνήτες των υποβρυχίων. Το τι είχε στο μυαλό του ο κ. Αραπάκης και τι μπορεί να είχε διαμειφθεί μεταξύ των άλλων επιτελών στο ΓΕΕΘΑ και στο Ναυτικό, δεν γνωρίζω. Γνωρίζω μόνο τις εντολές τις οποίες ελάμβανα. Για προαποφασισμένη, όμως, εντολή να μην εμπλακούμε, δεν νομίζω.
-Ναι, αλλά η όλη κατάσταση η οποία επικρατούσε, εφ’ όσον δεν υπήρχε πολιτική εξουσία να δώσει εντολές ή να αναλάβει τις ευθύνες για το τι θα κάνετε, είχε αφεθεί στον Αρχηγό του Ναυτικού να αποφασίσει. Γενικά, στους στρατιωτικούς μόνο…
-Δεν νομίζω ότι θα μπορούσαν οι στρατιωτικοί να λάβουν εύκολα απόφαση περί προσβολής των τουρκικών πλοίων. Πρέπει να ήταν μάλλον κάποιο τέχνασμα να μας χρησιμοποιήσουν, χωρίς να αποκλείεται ότι μπορούσαμε να επέμβουμε κιόλας. Αυτά είναι που μπορώ να σας πω.
-Αυτό που θέλω να ρωτήσω, είναι μήπως τελικά, η πρώτη διαταγή να πλεύσετε προς Κύπρο δόθηκε επίτηδες αργά, ώστε να μην προλάβουν να πάνε τα υποβρύχια έγκαιρα;
-Προσέξτε να δείτε. Όταν ανεκόπη ο πλους προς την Κύπρο, για να φτάσω στην Κυρήνεια θα ήθελα ακόμη 15 – 20 ώρες για να εμπλακώ. Και μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα, δεν νομίζω ότι οι Τούρκοι θα είχαν δημιουργήσει προγεφύρωμα ώστε να μπορούν να δράσουν. Μην ξεχνάτε πότε, ότι έγινε ο Αττίλας 1 και 2 και τα λοιπά. Οι Τούρκοι την πρώτη και δεύτερη ημέρα της εισβολής, δεν ήταν σίγουροι για τον εαυτό τους. Δεν ήξεραν αν μπορούσε να κρατηθεί το προγεφύρωμα, παρόλο που δεν βρήκαν καμιά αντίσταση. Αν είχαν βρει αντίσταση σοβαρή, θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Για να εγκατασταθεί ένα προγεφύρωμα χρειάζεται ικανός χρόνος, ώστε να βγάλεις τις δυνάμεις που πρέπει, να μπορείς να αναπληρώνεις τις δυνάμεις σου και να τις ενισχύεις και έτσι να επιτύχεις τους στόχους σου. Επομένως, έστω και μια μέρα μετά να είχαν πάει τα υποβρύχια, θα είχαν επιφέρει αρκετά σοβαρές ζημιές στους Τούρκους, αυτό θα τους απασχολούσε ή ίσως σταματούσαν αποβίβαση. Αν λάβετε υπ’ όψη σας ότι βουλιάξανε μεταξύ τους ένα αντιτορπιλικό και υπέστησαν ζημιές από το αρματαγωγό «Λέσβος», αντιλαμβάνεστε αμέσως ότι, αν είχαμε βουλιάξει δύο – τρία αντιτορπιλικά, το λιγότερο θα είχαν σταματήσει να ενισχύουν το προγεφύρωμά τους.
-Παρατηρήσατε κάποια σύγχυση στις αποφάσεις του Γενικού Επιτελείου εκείνες τις ημέρες;
-Και να μην το χαρακτηρίσω σύγχυση, όταν λαμβάνεις σήματα «πλεύσε» για να εγκαταστήσεις πολεμική περιπολία, να σταματήσεις μετά να πλέεις και να επανακάμψεις πίσω και τα λοιπά, αυτό προκαλεί σύγχυση. Έστω και μία φορά να γίνει αυτό, αν δεν σε ενημερώσουν γιατί και για ποιο λόγο γίνεται, αποτελεί σύγχυση. Πληροφορίες αρκετές και ικανές, ώστε να μπορούμε να κάνουμε σωστή εκτίμηση της κατάστασης, δεν είχαμε. Όμως, από τις πληροφορίες τις λίγες που μπορούσα να έχω, κατέληγα στο ότι οι Τούρκοι υπήρχε πιθανότητα να έχουν ετοιμαστεί να κάνουν απόβαση σε κάποιο ελληνικό νησί-Ρόδο, Μυτιλήνη ή οποιοδήποτε άλλο. Συμπερασματικά: Όταν λαμβάνεται ένα σήμα το οποίο ακυρώνεται, μετά ξαναλαμβάνεται σήμα να πλεύσεις πάλι στην Κύπρο, νομίζω ότι με αυτό επέρχεται σύγχυση ως προς το τι ακριβώς θέλουν και γιατί στέλνουν τέτοια σήματα.
Την περίοδο εκείνη, ευτυχώς ή δυστυχώς, είχαμε και στρατιωτικούς που κάναν τους πολιτικούς. Αν ήταν μόνο στρατιωτικοί υπό πολιτική διακυβέρνηση, ίσως οι αποφάσεις να ήταν διαφορετικές. Και νομίζω ότι τη συγκεκριμένη περίοδο μόνο ο Αραπάκης υπήρχε, αφού -τουλάχιστον από αυτά που έχω διαβάσει – μόνο αυτός συνομιλούσε με τον Σίσκο, γενικά τους Αμερικανούς. Δεν νομίζω ότι υπήρχε πολιτική εξουσία για να συνομιλήσει. Ο Κυπραίος αν θυμάμαι καλά, που ήταν Υπουργός Εξωτερικών, ήταν εξαφανισμένος, όπως και όλοι οι υπόλοιποι. Και ο πρωθυπουργός τα ίδια. Είχαν μείνει οι Αρχηγοί των γενικών επιτελείων μόνο, άρα η ευθύνη ήταν σ’ αυτούς που μας κυβερνούσαν. Κι αυτοί ήσαν οι στρατιωτικοί. Έτσι συγκεκριμένα και απλά. Και στις 15 Αυγούστου, όταν άρχισε η Αττίλας 2 και ξαναπήραμε σήμα να πλεύσουμε και πάλι υπό πολεμικές συνθήκες και ήταν ο Καραμανλής, ναι μεν μπορεί να μην είχε τα στοιχεία που θα έπρεπε για να αποφασίσει σωστά, αλλά και πάλι δεν ενεπλάκη ο ελληνικός στρατός εναντίον των Τούρκων, Ο Καραμανλής μετά τις 25 Ιουλίου όταν ανέλαβε, οι συνθήκες δεν ήταν ομαλές. Δεν προσπαθώ να τον δικαιολογήσω, κάνω απλώς μιαν εκτίμηση. Αλλά, από ό,τι έχω δει από πιο παλιά έως και σήμερα, είτε είναι στρατιωτικοί είτε πολιτικοί, τις ίδιες αποφάσεις λαμβάνουν: Μη εμπλοκή σε πόλεμο. Ανεξαρτήτως ποιο είναι το σωστό.
-Αν τελικά τα υποβρύχια είχαν εμπλακεί με τα τουρκικά πλοία, θα μπορούσαν να επιφέρουν αποφασιστικό πλήγμα κατά της απόβασης στην Κύπρο;
-Το υποβρύχιο διέθετε 13 τορπίλες. Αν είχαμε ποσοστό επιτυχίας 50%, που είναι πολύ μικρό, σημαίνει ότι θα είχαν ακινητοποιηθεί ή βληθεί ή βυθιστεί 3, 4 ή και πέντε αντιτορπιλικά. Για μένα, αυτό ήταν ικανό να σταματήσει οτιδήποτε άλλο, γιατί δεν θα είχαν την υποστήριξη που χρειαζόντουσαν. Και αφού είμασταν δύο υποβρύχια, υπολογίζω ότι θα είχαμε επιφέρει ζημιά σε 6 έως 8 πλοία δικά τους. Νομίζω ότι δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν.
-Όταν λάβατε το σήμα κύριε Γαβριήλ για την ανακοπή της πορείας του υποβρυχίου προς την Κύπρο, βρεθήκατε σε κάποιο δίλημμα να μην υπακούσετε; Τι πιστεύετε ότι θα είχε γίνει αν δεν υπακούγατε και πλέατε προς την Κύπρο;
-Σε δίλημμα, βρέθηκα. Αυτό δεν σημαίνει ότι έπρεπε να παραβώ το σήμα. Διότι δεν είχα τα στοιχεία, δεν μπορούσα να εκτιμήσω την όλη κατάσταση με πληροφορίες, τι ακριβώς γινόταν. Τα στοιχεία αυτά όμως τα είχαν στο Αρχηγείο του Ναυτικού. Επομένως όσο και μέσα μου να ήθελα να παραβώ την εντολή, τελικά επεκράτησε η λογική του ότι δεν έπρεπε να την παραβώ και υπάκουσα στην εντολή. Χωρίς τούτο να σημαίνει ότι τελικά ήταν το σωστό. Και ως απεδείχθη, μάλλον δεν ήταν το πιο σωστό που μπορούσε να γίνει. Αλλά είναι πολύ δύσκολο για έναν κυβερνήτη υποβρυχίου, προτού γίνει ένας πόλεμος, να προκαλέσει έναν πόλεμο μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας και να είναι αυτός ο οποίος θα είναι η αιτία να γίνει ο πόλεμος. Εάν μεν νικούσαμε, σωστά θα είχα αποφασίσει. Εάν χάναμε, θα είχα αποφασίσει λάθος. Είναι μεγάλο το δίλημμα και μεγάλη η απόφαση που πρέπει να λάβεις για να παραβείς μια τέτοια εντολή. Εν καιρώ πολέμου υπάρχει η πιθανότητα να παραβείς αρκετές εντολές. Αλλά προτού κηρυχτεί πόλεμος, δεν νομίζω – γιατί μετά από τόσα χρόνια το σκέπτομαι και με απασχολεί – ότι θα έπρεπε να παραβώ την εντολή που είχα λάβει από το Αρχηγείο Ναυτικού, γιατί δεν είχα τις πληροφορίες, που έπρεπε να έχω. Θα μπορούσαμε να έχουμε τσακίσει τους Τούρκους.
ΥΓ: Ο πλοίαρχος Βασίλης Γαβριήλ πέθανε στις 18 Ιουνίου 2012. Επικήδειο εκφώνησε ο Γρηγόρης Δεμέστιχας, ο οποίος είπε και τα εξής απευθυνόμενος προς το γενναίο νεκρό:
«Ήσουν ρεαλιστής, είχες έμφυτα διοικητικά προσόντα, είχες το θάρρος της γνώμης σου – σε υπέρτατο βαθμό – θα έλεγα, ήσουν μαχητικός, εξαίρετος επαγγελματίας, επιδιώκοντας να υπηρετείς σε δύσκολες θέσεις, άριστος κυβερνήτης υποβρυχίου και μάλιστα ο ένας εκ των δύο κυβερνητών ελληνικών υποβρυχίων, που ανέλαβαν την εκτέλεση των πρώτων πολεμικών περιπολιών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τα τραγικά γεγονότα του 1974, τις οποίες και εξετέλεσες με απαράμιλλο θάρρος. Αν και είχες υποδειγματική σταδιοδρομία στο Πολεμικό Ναυτικό, εν τούτοις απεστρατεύθης πρόωρα. Βλέπεις Βασίλη, είναι ίδιον της φυλής μας να μην αφήνουν συνήθως τους άξιους να ανεβαίνουν τα ανώτατα σκαλοπάτια της ιεραρχίας».
2. Ο ναύαρχος Αραπάκης, όπως και οι Αρχηγοί Αεροπορίας και Στρατού, Παπανικολάου και Γαλατσάνος, όπως και ο Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων Μπονάνος, από τους πρωταγωνιστές της Χούντας Ιωαννίδη του 1973, παρέμειναν στις θέσεις τους επί Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας, υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και χειρίστηκαν εγκληματικά και την αντιμετώπιση του Αττίλα 2. Μεταξύ άλλων, με μνημόνια τους προς τον Καραμανλή που περιέχονται στο πόρισμα της Ελληνικής Βουλής, τον καλούσαν να μην αντιδράσει στρατιωτικά στην ολοκλήρωση της τραγωδίας!
(Αρχείο Νίκου Παπανστασίου-απόσπασμα)
20.7.2015
Δεν υπάρχουν σχόλια