Header Ads

Header ADS

ΚΥΘΗΡΑ:Αύγουστος του ’43.Η Μέρα που Σιώπησε η Αγία Πελαγία


Το κείμενο – ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε δημοσιεύθηκε από τον Σταθμό μας το 2015


Η Εκκλησία της Αγίας Πελαγίας πριν την καταστροφή. Από την ισχυρή έκρηξη.
{ φωτό απο το αρχείο του Κοσμά Μεγαλοκονόμου}


(Το μικρό εκκλησάκι όπως είναι σήμερα,χτίστηκε αρκετά χρόνια μετά στο ίδιο σημείο που Καταστράφηκε ολοσχερώς η εκκλησία )


Το σημείο που σύμφωνα με τις μαρτυρίες το γερμανικό αεροπλάνο άφησε την βόμβα 
{ φωτομοντάζ adelin 107,3 fm } 

Η Μέρα που Σιώπησε η Αγία Πελαγία

Αύγουστος του ’43.
Η θάλασσα της Αγίας Πελαγίας απλωνόταν γαλήνια, λες και ήθελε να ξεγελάσει τον πόνο της Κατοχής. Μα πάνω στον καθαρό αέρα, ένα γερμανικό αεροπλάνο έσκισε τον ουρανό. Ο πιλότος, ξένος σ’ αυτή τη γη, ένιωσε την καρδιά του να βαραίνει — το μηχάνημα δεν άντεχε άλλο.

Κυκλώνοντας χαμηλά, διάλεξε την άμμο μπροστά στην παλιά εκκλησία. Πριν το σίδερο αγγίξει γη, απασφάλισε τη βόμβα που κουβαλούσε. Την άφησε να πέσει απαλά, κοντά στον παλιό μονόλιθο, σαν να παρέδιδε ένα άγριο θηρίο στον ύπνο του. Λίγο αργότερα, οι δικοί του τον μάζεψαν και έφυγαν, αφήνοντας πίσω το σκελετό του αεροπλάνου και τη σιωπηλή βόμβα, θαμμένη μισή στην άμμο.

Η φτώχεια δεν περιμένει. Οι κάτοικοι άρχισαν να «ξηλώνουν» το αεροπλάνο, παίρνοντας σίδερα, ύφασμα, καλώδια· ό,τι θα μπορούσε να γίνει εργαλείο, σκεύος, ή ακόμη και κομμάτι στέγης. Ήταν χρόνια βαριά, με τον ήχο της μπότας του κατακτητή να πατάει την ψυχή και το στομάχι άδειο να καίει.

Μα η βόμβα έμεινε εκεί. Κανείς δεν την πλησίαζε· και όμως, κάποιοι την κοιτούσαν με βλέμμα υπολογιστικό. Ψαράδες του Καραβά, συνηθισμένοι να παίζουν κορόνα – γράμματα τη ζωή τους με δυναμίτες για ψάρεμα, σκέφτηκαν: «Γόμωση είναι… τροφή για τις οικογένειές μας».

Δέκα άνδρες συμφώνησαν να την ανοίξουν. Το σχέδιο ήταν επικίνδυνο, μα η πείνα πιο επικίνδυνη. Η μέρα ορίστηκε: 9 Αυγούστου 1943, χαράματα, όταν όλο το χωριό θα είχε φύγει για την εκκλησία της Αγίας Πατρικίας. Στην ερημιά της Αγίας Πελαγίας, θα είχαν χρόνο να μεταφέρουν τη βόμβα στο εκκλησάκι και να κάνουν τη δουλειά τους χωρίς μάτια να τους βλέπουν.

Η επιχείρηση ξεκίνησε όπως είχε σχεδιαστεί. Χωρίς λόγια, μόνο βλέμματα. Ο ιδρώτας έπεφτε αλμυρός στα μάτια, ανακατεμένος με άμμο και φόβο. Το καψούλι αφαιρέθηκε. Το σφυρί και το καλέμι χτυπούσαν το σιδερένιο κέλυφος μετρώντας τον παλμό του κινδύνου. Ένα λάθος χτύπημα… και όλα θα γίνονταν σκόνη.

Μια ποσότητα εκρηκτικής ύλης αφαιρέθηκε και μεταφέρθηκε μακριά, κρυμμένη στην περιοχή της Γαλανής Πηγής. Έμειναν τρεις πίσω, να συνεχίσουν.

Και τότε, μέσα στη σιωπή της δουλειάς, ήχησαν γέλια κοριτσιών. Ο Γιάννης Μαυρογιώργης, σκουπίζοντας το μέτωπο, πήγε στην πόρτα. Δύο κοπέλες πλησίαζαν – οι κόρες του Αμοργιανού από τα Λογοθετιάνικα. «Τι θέλετε;» ρώτησε απότομα. Εκείνες, διστακτικές, είπαν πως ήρθαν να ανάψουν τα καντήλια της Αγίας. «Τα άναψα εγώ», απάντησε κοφτά. Το βλέμμα του έσβησε κάθε άλλη κουβέντα.

Τις είδε να φεύγουν. Γύρισε να μπει… και τότε ο κόσμος χάθηκε. Μια αστραπή, ένας κρότος που έσκισε τον αέρα. Το κύμα τον πέταξε μακριά, ζωντανό από θαύμα. Μα οι δύο σύντροφοί του, ο Νίκος Σουρής (Βαρβάκης) και ο Χαράλαμπος Κορωναίος (Κοριός), δεν είχαν τέτοια τύχη.

Στην Αγία Πατρικία, ο παπάς μιλούσε, τα παιδιά έπαιζαν, και ξαφνικά ο ουρανός γέμισε από ένα γιγάντιο μανιτάρι καπνού. Ο ήχος που ακολούθησε ήταν σαν να άνοιξε η γη. Κανείς δεν κατάλαβε τι είχε γίνει. Δεν υπήρξε αεροπλάνο, δεν υπήρξε προειδοποίηση.

Τρέχοντας προς την Αγία Πελαγία, οι άνθρωποι βρέθηκαν μπροστά στο ανείπωτο: το εκκλησάκι δεν υπήρχε πια. Η θάλασσα και η άμμος ήταν γεμάτες συντρίμμια, ξύλα, πέτρες… και κομμάτια ανθρώπων. Σιωπηλοί, οι συγχωριανοί μάζεψαν ό,τι μπορούσαν, τύλιξαν τα σώματα σε υφαντά σεντόνια και πήραν τον δρόμο για τον Καραβά.

Στην είσοδο του χωριού, οι χήρες και τα παιδιά περίμεναν, μα όχι έτσι… Για μέρες, σκυλιά έβρισκαν μέλη θαμμένα στην άμμο.

Η Αγία Πελαγία χάθηκε εκείνη τη μέρα. Κανείς δεν έμαθε πότε είχε χτιστεί· ο χρόνος το είχε ξεχάσει. Σήμερα, μένουν λίγα κομμάτια από το δάπεδο και τους τοίχους, και ένα μικρό εκκλησάκι χτισμένο αργότερα, σαν κεράκι μνήμης για μια μέρα που το νησί έμεινε βουβό.

Σήμερα, σώζονται μόνο τμήματα του δαπέδου και λίγα κομμάτια από τους τοίχους. Στο ίδιο σημείο, αρκετά χρόνια αργότερα, χτίστηκε ένα μικρό εκκλησάκι, για να θυμίζει σε όλους εκείνη τη μέρα που γράφτηκε με μαύρα γράμματα στην ιστορία των Κυθήρων.

Έρευνα – Ρεπορτάζ: ADELIN 107,3 FM




Έκρηξη βόμβας { φωτό αρχείου }

Μέρος του δαπέδου απο την παλιά Εκκλησία της Αγίας Πελαγίας ότι απέμεινε...Οπως φαίνεται σήμερα


Τα σκαλιά και τα παλαιά πλακάκια του δαπέδου.'Οπως φαίνονται σήμερα

Μέρος του δαπέδου και τοίχων που σώζονται απο την φοβερή έκρηξη

Εξάρτημα της μοιραίας γερμανικής βόμβας φωτό απο την "Έκθεση Λαϊκής Τέχνης στον Καραβά Κυθήρων"



Τραγικό ενθύμιο 
{ φωτό απο την "Έκθεση Λαϊκής Τέχνης στον Καραβά Κυθήρων"}

Ο ένας εκ των δύο κατοίκων του Καραβά που βρήκαν τραγικό θάνατο κατά την έκρηξη
(φωτό απο την"Έκθεση Λαϊκής Τέχνης στον Καραβά Κυθήρων")

Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.