Πρωτ. π. Παν. Μεγαλοκονόμος:ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (9-6-2024)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (9-6-2024)
ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
Ὅπως ἀκούσαμε, χριστιανοί μου, στό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα στό δρόμο τοῦ Χριστοῦ βρέθηκε ἕνας ἐκ γενετῆς τυφλός. Κοντά πάντοτε στόν ἀνθρώπινο πόνο ὁ Κύριός μας μέ τό θεϊκό του σάλιο ἔκανε λάσπη, ἄλειψε τά μάτια τοῦ τυφλοῦ καί τόν ἔστειλε στήν κολυμβήθρα - δεξαμενή τοῦ Σιλωάμ (= ἑβραϊκή λέξη πού σημαίνει ἀπεσταλμένος) νά πλυθεῖ καί νά ἰδεῖ τό φῶς του. Καί βέβαια ἔτσι κι ἔγινε. Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός ἀνέβλεψε. Μάλιστα, στήν ἐρώτηση τῶν μαθητῶν του στή συνάντηση, πού εἶχαν μέ τόν τυφλό «τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ;» ὁ Κύριος ἀπάντησε «Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν, οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Μ’ αὐτήν τήν ἀπάντηση ὁ Χριστός δίνει τήν καινούργια σχέση πού ἐπικρατεῖ μέ τήν ἔλευσή του μεταξύ ἀνθρώπινης ἁμαρτίας καί θεϊκῆς τιμωρίας. Τώρα πού ἦλθε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο γιά νά κηρύξει, νά θεραπεύσει, ἀλλά προπάντων νά σώσει τόν ἄνθρωπο μέ τή σταυρική Του Θυσία καί Ἀνάσταση ὁ τιμωρός Θεός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γίνεται Θεός ἄπειρης ἀγάπης καί συγκατάβασης γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο.
Στό σημερινό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα ἐπίσης δύο πράγματα μᾶς προξενοῦν ἐντύπωση.
Τό πρῶτο εἶναι ἡ σκληροκαρδία καί ἡ ἠθελημένη ἀπιστία τῶν Φαρισαίων οἱ ὁποῖοι, μέ ἀνοιχτά τά σωματικά μάτια, ἀλλά μέ κλειστά τά μάτια τῆς ψυχῆς ἀδυνατοῦσαν νά ἰδοῦν τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ κλεισμένοι μέσα σ’ ἕναν «καθωσπρεπισμό» καί μιά τυπολατρία, χωρίς ἀγάπη, ταπείνωση καί διάθεση μετάνοιας καί βελτίωσης.
Τό δεύτερο εἶναι ἡ τόλμη τοῦ ἀγράμματου τυφλοῦ, ὁ ὁποῖος, χωρίς νά δῆ μέ τά σωματικά μάτια του τόν Εὐεργέτη Του, ἀλλά ἔχοντας ἀνοιχτά τά μάτια τῆς ψυχῆς του, συναισθανόμενος τή μεγάλη εὐεργεσία πού τοῦ ἔγινε, νιώθοντας παράλληλα καί τήν ἀναξιότητά του μέ παρρησία, ἀλλά καί ταπείνωση δήλωσε τήν πίστη του στόν εὐεργέτη του, ἔστω κι ἄν αὐτό τοῦ στοίχισε τήν ἀποκοπή του ἀπό τήν ἰουδαϊκή κοινωνία. Καί ὅταν πλέον ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Κύριο ὁμολόγησε «Πιστεύω Κύριε καί προσεκύνησεν αὐτῷ».
Χριστιανοί μου, ὁ ἀληθινός χριστιανός εἶναι αὐτός πού νηστεύει, ἐλεεῖ, ἐξομολογεῖται, κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, συγχωρεῖ, ἀγαπάει ὄχι γιά τό «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», ἀλλά γιά ν’ ἀρέσει στόν Κύριό του καί γι’ αὐτό ἐπιθυμεῖ μόνο Ἐκεῖνος νά τά γνωρίζει. Ὁ ἀληθινός χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος, πού ἀναγνωρίζει ὅτι ὅ,τι ἔχει καί ὅ,τι κάνει εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής: «ὅλα τά ἀθάνατα πράγματα κι ὅλα τά ζῶντα καί ἡ ἴδια ἡ ζωή, κι ὅλα τά ἐνάρετα καί ἡ ἴδια ἡ ἀρετή καί ὅλα τά ἅγια καί ἡ ἴδια ἡ ἁγιότητα εἶναι φανερό ὅτι εἶναι ἔργα Θεοῦ».
Εἴθε καί μεῖς μ’ αὐτές τίς προϋποθέσεις νά πορευόμαστε καί νά ἀξιωθοῦμε μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς μας νά δοῦμε καί νά συναντήσουμε τό μόνο καί ἀληθινό εὐεργέτη μας τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. ΑΜΗΝ.-
Πρωτ. π. Παν. Μεγαλοκονόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια