Πρωτ. π. Π. Μαριᾶτος:«Ὁμοθυμαδόν»
ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
«Ὁμοθυμαδόν»
«… Προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθώς καί ὁ Χριστός προσελάβετο ὑμᾶς». Νά δέχεσθε, δηλαδή, ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὅπως σᾶς δέχθηκε ὁ Χριστός.
Ἄν, ἀδελφοί μου, συλλογισθοῦμε πῶς ὁ Χριστός δέχθηκε νά συναναστρέφεται μέ ἁμαρτωλούς, τονίζοντας μάλιστα ὅτι «δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀπό γιατρό οἱ ὑγιεῖς, ἀλλά αὐτοί πού πάσχουν», τότε καταλαβαίνουμε πόσο ὁ Ἰησοῦς (ὡς ἄνθρωπος) φρόντιζε γιά τόν ἑαυτό Του. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει στό σημερινό ἀνάγνωσμα «… μή ἑαυτοῖς ἀρέσκειν» καί τοῦτο ἐπειδή «… ὁ Χριστός οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσκεν». Φθάνοντας μέχρι τοῦ ἐξευτελιστικοῦ γιά τήν ἐποχή θανάτου Του, τοῦ σταυρικοῦ.
Καλεσμένοι καί ‘μεῖς στό Μεγάλο Δεῖπνο τῆς Ἐκκλησίας, ταυτόχρονα καί αὐτονόητα καλούμαστε καί στήν μίμησή Του. Μία μίμηση, πού ἔχει συνέπειες : «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι». Ἀκόμη κι ἄν στόν βίο μας δέν μᾶς ζητηθεῖ θυσία τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς μας, ὅμως ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι γιά τό ἐλάχιστο, τήν ἀποβολή τῆς αὐταρέσκειας.
Αὐτάρεσκος ὁ ἄνθρωπος, βρίσκεται σέ μία πνευματική φυλακή. Ἀπομονώνεται ἀπό τούς ἄλλους. Δέν βρίσκει στήν παρουσία τους χαρά, παρά ἀπειλή καί ἐπιβουλή τῶν δικῶν του συμφερόντων. Ἄν τύχει καί ἔχει βαπτισθεῖ, χρησιμοποιεῖ τό μεγάλο Δῶρο ἐπιπόλαια. Καί τόν ἐνδιαφέρει μόνο τί θά φαίνεται πρός τά ἔξω, χωρίς αὐτοέλεγχο, χωρίς προβληματισμό, χωρίς μετάνοια, χωρίς ἀγάπη. Οἱ ἄλλοι οὐσιαστικά δέν τόν ἐνδιαφέρουν. Καμμιά φορά, φροντίζει σχολαστικά αὐτό πού ἔχει τάξει στήν ζωή του ὡς καθῆκον. Ἐκεῖ εἶναι αὐστηρός γιά τόν ἑαυτό του! Τηρεῖ ὅλα τά ἐπουσιώδη ἤ καί τά ἄχρηστα, ἐπειδή αὐτά δέν ἔχουν κόστος στήν αὐταρέσκειά του. Καί περνάει τόν ἑαυτό του γιά «Καλό Χριστιανό». Ἀλλά, τόν ἑαυτό του καί μόνο τόν ἑαυτό του.
Τέτοιο πρότυπο πρός ἀποφυγή, Χριστιανοί μου, ὀφείλουμε νά ἀπορρίπτουμε.
Ἡ πίστη μας μᾶς καλεῖ σέ κοινωνία. Κοινωνία μεταξύ μας μέ ἀγάπη, μέ ἀνεκτικότητα, μέ ἀποφυγή κριτικῆς καί μέ ἄπειρη διάθεση συγχωρητικότητας. Διαχωρίζοντας πάντα τήν ἁμαρτωλή πράξη ἀπό τούς ὑπαίτιους ἀδελφούς μας, ἀποδεχόμενοι ἀνεπιφύλακτα τούς δεύτερους καί ἀπορρίπτοντας ἀνένδοτα τήν πρώτη. Προσέχοντας πάντοτε «μή καί ἡμεῖς πειρασθῶμεν», θά συμβάλουμε ἔτσι στήν ἑνότητα τῆς Πίστεως. Σέ μιά ἑνότητα πού θά ἀποτελεῖ μαρτυρία καί κήρυγμα γιά τούς «ἀπ’ ἔξω». Ἄλλωστε βιώνοντας ὁμοθυμαδόν τήν ἐλπίδα μας, δέν κάνουμε παρά τό ἐλάχιστο πού μποροῦμε γιά τήν μίμηση Ἐκείνου, πού εἶπε: «Ἐν τούτω γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστέ, ἐάν ἀγάπη ἔχητε ἐν ἀλλήλοις».
Δεν υπάρχουν σχόλια