Header Ads

Header ADS

Φάκελος Λακωνική Ιστορία:Η μάχη της Άρνας.»


Το παρακάτω απόσπασμα βρίσκεται στο βιβλίο του Αρίστου Καμαρινού με τίτλο: Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σύγχρονη Επόχή σελ. 251-254. Την επιμέλεια-αντιγραφή του αποσπάσματος έκανε ένα μέλος της συλλογικότητας. Συνεχίζουμε την καταγραφή σπουδαίων γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του επαναστατικού πολέμου μετά τη ναζιστική κατοχή στη Λακωνία, πάντα μέσα από μια κριτική οπτική. Αυτό είναι και το τελευταίο απόσπασμα που παρουσιάζουμε από το συγκεκριμένο βιβλίο, που μελέτησαν και συζήτησαν μέλη της συλλογικότητας τον περασμένο χειμώνα στα πλαίσια της ομάδας μελέτης της τοπικής ιστορίας της Λακωνίας.

Η Άρνα είναι ορεινό χωριό του νομού Λακωνίας,  Βρίσκεται στην ανατολική πλαγιά του Ταϋγέτου σε υψόμετρο από 700 μέχρι 850 m.Η ‘Αρνα απέχει 35 χλμ. από το Γύθειο και λίγο περισσότερο από την Σπάρτη. ( Η απόσταση από την Σπάρτη εξαρτάται από την διαδρομή που θα ακολουθήσει ο επισκέπτης).Οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνάνε πλέον τους 100 ακολουθώντας μια φθίνουσα πορεία τις τελευταίες δεκαετίες όπως άλλωστε έγινε σε ολόκληρη την Ελληνική επαρχία.

Η Μάχη της Άρνας

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Από αριστερά ο τέταρτος σε σειρά διοικητής του 8ου Συντάγματος ΕΛΑΣ Λακωνίας Σωτήρης Ρουμπέας και δίπλα του ο καπετάνιος Χριστόφορος Κώνστας από την Άρνα Γυθείου. πηγή: http://pluton22.blogspot.com/2014/11/1940-1950.html

Μετά τη διάλυση του αποσπάσματος χωροφυλακής και του λόχου ΜΑΥδων στο Δυρράχι, καταπιαστήκαμε με την προετοιμασία της επίθεσης του συγκροτήματός μας στο χωριό Άρνα της Λακωνίας, στους πρόποδες της κορυφής«Μαυροβούνα» του Ταΰγετου, που ήταν το κέντρο της τρομοκρατικής δραστηριότητας των παρακρατικών συμμοριών του Παυλάκου και Γερακάρη, συνολικής δύναμης 100 περίπου ανδρών. Στο χωριό υπήρχε ακόμη η δύναμη του σταθμού χωροφυλακής (τελευταία την είχαν ενισχύσει σημαντικά) και μια μονάδα ΜΑΥδων από 40 έως 50 ένοπλους πολίτες.

 Ήταν μια πολύ δύσκολη επιχείρηση, γιατί εκτός της μεγάλης δύναμης πυρός που διέθεταν οι υπερασπιστές του χωριού και των οχυρών θέσεων που κατείχαν στην περιφέρειά του και στο εσωτερικό του, όταν αρχίζαμε την επίθεσή μας θα κινούνταν σε βοήθεια των αμυνομένων κυβερνητικές δυνάμεις σχεδόν από όλες τις κατευθύνσεις: το ισχυρότατο τμήμα ΜΑΥδων του χωριού Γοράνοι, μηχανοκίνητα τμήματα από τη Σπάρτη και το Γύθειο, πιθανώς δε και από τα δυτικά ,από την κατεύθυνση του μοναστηρίου «Γιάτρισσα», αν βρισκόταν εκεί η συμμορία του Μπουγέα και άλλες κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτές οι αντικειμενικές συνθήκεςμας επέβαλαν να περιορίσουμε τον «ωφέλιμο χρόνο επίθεσης» μόνο σε δυο ώρες.

Σύμφωνα με το σχέδιο της επιχείρησης αυτής, όλα τα τμήματά μας θα έπρεπε να υποχωρήσουν αμέσως μετά τη λήξη της δίωρης προθεσμίας, λήξη που θα υπενθύμιζαν και δυο φωτοβολίδες που θα ρίχναμε από το σταθμό της διοίκησης του Συγκροτήματος, από την πλαγιά της «Μαυροβούνας», 500 περίπου μέτρα μακριά από το χωριό. Για πλαγιοφυλακές βάλαμε μια διμοιρία προς «Γιάτρισσα» και άλλη μια προς Γοράνους- Σπάρτη.

Η διαταγή- σχέδιο της επιχείρησης αυτής, είχε γίνει με βάση την πληροφορία από τον Χριστόφορο Κώνστα (μέλος της ΝΕΛ του ΚΚΕ και του γραφείου Περοχής Πελοποννήσου του ΚΚΕ – καθοδηγούσε τις οργανώσεις Λακωνίας και Μεσσηνίας) ότι είχε ξεκινήσει από τον Πάρνωνα για τον Ταύγετο ένας Λόχος, για να μας ενισχύσει στη μάχη αυτή.

Ο Χρ. Κώνστας καταγόταν από την Άρνα και, με το σύνδεσμο που μας έφερε την πληροφορία που προανέφερα, μας έστειλε και ένα λεπτομερέστατο τοπογραφικό σχέδιο της Άρνας και της περιοχής της- «δάσος της Βασιλικής», «Γιάτρισσα», Άρνα, Σπαρτιά, Γοράνοι- το οποίο είχε ο ίδιος επιμεληθεί. Ακριβέστατο όπως αποδείχτηκε.

Φυσικά και με το Λόχο του Συγκροτήματος Πάρνωνα που θα ενισχυόμασταν, οι δυνάμεις μας δεν ήταν επαρκείς για μια τέτοια επιχείρηση. Έπρεπε οπωσδήποτε να επιτύχουμε τον αιφνιδιασμό των αμυνομένων, για να έχουμε σίγουρη επιτυχία. Τουλάχιστο να αιφνιδιάζονταν τα τμήματα της περιφερειακής τους διάταξης.

Με νυχτερινή πορεία, εγκατασταθήκαμε στο «φαράγγι του Καρρέα», όλη η παρατακτή δύναμη του Συγκροτήματος, 200 άντρες σε πλήρη αφάνεια, γύρω από τους κτηνοτροφικούς οικισμούς Βελιτσί και Βίντολη, παρ’ όλο που δεν υπήρχε ψυχή σ’ αυτά τα μέρη. Κρυμμένοι περιμέναμε την άφιξη του Παρνωνίτικου Λόχου.

Ταυτόχρονα το Απόσπασμα Σαραντόπουλου και η Ομάδα Κλαρίνη είχαν διαταχτεί να κινούνται επιδεικτικά στην ελεύθερη περιοχή του δυτικού Ταΰγετου, ακόμη και στα χωριά που βρίσκονταν στην περιφέρεια της Άνω Μεσσηνίας (Μπάλα, Σιάμου, Χειράδες κ. ά.), για να παραπλανήσουμε τον αντίπαλο, στρέφοντας την προσοχή του προς τα εκεί.

Στις 28-10-1947 έφτασε ο Παρνωνίτικος Λόχος  στον Καρρέα, με στρατιωτικό διοικητή τον Νίκο Πανούση, που στην περίοδο της κατοχής είχε καταξιωθεί ως ένα από τα καλύτερα παλληκάρια του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου – καταξίωση που επιβεβαιώθηκε και στις  περιόδους της «Αντεπανάστασης» και του Εμφύλιου πολέμου.

Την ημέρα που έφτασε ο  Λόχος Πανούση στον «Καρρέα» έκανε τόσο πολύ κρύο που τουρτουρίζαμε κυριολεκτικά, στο γεμάτο υγρασία και χιόνια φαράγγι, καθώς δεν επιτρεπόταν από τη διοίκηση ν’ ανάψουν οι αντάρτες φωτιές.

Οι συνθήκες παραμονής μας σ’ αυτό τον «υγρό τάφο» ήταν τόσο άσχημες

που ομολογώ ότι η εικόνα μας, ως λαϊκός στρατός ήταν απογοητευτική.

Μοιάζαμε με… μπουλούκι !

Είχε σταματήσει κάθε στρατιωτική εκπαίδευση και πολιτικο-ιδεολογική διαπαιδαγώγηση, ακόμη και κάθε ψυχαγωγική δραστηριότητα, παρά τις προσπάθειες που έγιναν από τη διοίκηση «για να ξαναβρούμε τον εαυτό μας»!

Όλοι μας είμασταν κατακουρασμένοι, ενώ οι πιο ηλικιωμένοι από εμάς είχαν φτάει στο όριο της σωματικής κατάρρευσης, κυρίως από το πολύ κρύο.

Η λύση ήταν μια και μόνη: να ξεκινήσουμε το συντομότερο για τη μάχη στην Άρνα, στα χαμηλότερα εδάφη, αφού αναβολή της επίθεσης αποκλειόταν, όχι μόνο επειδή είχαμε διαταχτεί από το Αρχηγείο Πελοποννήσου να την πραγματοποιήσουμε οπωσδήποτε στον καθορισμένο χρόνο, αλλά και γιατί αργότερα, στους δυο τρεις επόμενους μήνες, οι καιρικές συνθήκες θα ήταν ακόμα δυσμενέστερες.

Δε σήκωνε, λοιπόν, αναβολή της επίθεσης. Αν την αποφασίζαμε αυτό θα σήμαινε ματαίωση, τουλάχιστον για μεγάλο, σχετικά, χρονικό διάστημα. Θα σήμαινε ότι ο « βραχνάς Άρνα» , θα παρέμενε, ότι δε θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε Ελεύθερη Περιοχή σ’ όλο τον Ταΰγετο, μέσα στο 1947, όπως προέβλεπε το σχέδιό μας.

Αυτή ήταν η κατάσταση του Συγκροτήματός μας όταν ξεκίνησα από την «Βίντολη»για να συναντήσω το φίλο μου Νίκο Πανούση – υπηρετούσαμε στο ίδιο τμήμα του ΕΛΑΣ, στην αρχή της δημιουργίας του στον Ταΰγετο, και ως οπλοπολυβολητές είχαμε πάρει μέρος σε δυο μεγάλης σημασίας μάχες, στο «Σταυρωτό δεντρί» και στις «Σιλίμποβες» Ταΰγετου.

Όταν πλησίασα στον καταυλισμό του Παρνωνίτικου Λόχου, για μια στιγμή τα ‘χασα, καθώς ακούστηκαν αντάρτικα τραγούδια και με πήρε η μυρωδιά από τις φωτιές, που όσο πρωχορούσα άρχισαν να φαίνονται στην αραιοδασωμένη πλαγιά του Καρρέα. Σε λίγο όταν έφτασα και είδα τους αντάρτες του Λόχου να τραγουδάνε γύρω από τις μικρές φωτιές εκπλάγηκα, βλέποντας μια διαφορετική εικόνα από εκείνη του δικού μας Συγκροτήματος!

Μέσα σε λίγες ώρες, από τότε που οι Παρνωνίτες έφτασαν στον Ταΰγετο, διαμόρφωσαν το χώρο τους έτσι που και τη ζεστασιά τους είχαν σε ικανοποιητικό βαθμό εξασφαλίσει, με τις πολλές φωτίτσες που είχαν ανάψει σε απόμερα σημεία, για να μη φαίνονται από μακριά, αλλά γιατί ήταν και πολύ καλύτερα από μας ντυμένοι, με μάλλινες φανέλες και κάλτσες και με στρατιωτικές χλαίνες  και άρβυλα οι περισσότεροι – όλα από λάφυρα σε μάχες.

Ήταν η εικόνα ενός τέλειου αντάρτικου στρατού. Ζήλεψα πραγματικά και χάρηκα ταυτόχρονα, βλέποντας το υπόδειγμα το λόχο του Πανούση, σαν  στόχο της άμιλλας που έπρεπε να ξεκινήσουμε στα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού. Ζήλεψα βλέποντας ότι η διαφορά μεταξύ των τμημάτων μας ήταν πολύ μεγάλη, σ’ όλα τα σημεία, εκτός, βέβαια από ένα, τη μαχητικότητα στο οποίο υπήρχε πάντα «ισοπαλία», όπως έλεγε συχνά ο Πανούσης χαριτολογώντας.

Τέτοιες διαφορές, μεταξύ αντάρτικων τμημάτων υπήρχαν και στην περίοδο της κατοχής. Με απόλυτη όμως ειλικρίνεια ότι στη γενική του εμφάνιση, σ’ ένα βαθμό και από άποψη πειθαρχίας, το 8ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ (Λακωνίας) βρισκόταν σε υψηλότερο επίπεδο από το  9ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ ( Μεσσηνίας), στη μαχητικότητα ομως, δεν υπήρχε καμμιά απολύτως διαφορά μεταξύ τους.

Στις έξι το πρωί της 31/10/1947 άρχισε η μάχη, με ταυτόχρονη επίθεση σε όλα τα φυλάκια των κυβερνητικών δυνάμεων, τόσο στην περιφέρεια του χωριού όσο και στο εσωτερικό του- από μικρό τμήμα ανταρτών που διείσδυσε στο χωριό τη διάρκεια της νύχτας.

Μετά από δυόμισι ωρών στην Άρνα και στην περιοχή της (Σπαρτιά, Γοράνοι), οι συμμορίτες του Παυλάκου και του Γερακάρη άρχισαν να συμπτύσονται και όλα έδειχναν ότι από στιγμή σε στιγμή θα κατέρεε κάθε αντίσταση τους. Όπως κι έγινε χάρη στην πρωτοβουλία του Νίκου Πανούση, που συνέχισε την επίθεση του λόσχου του, παρ’ όλο που είχε δοθεί από τη διοίκηση του συγκροτήματος το σήμα της υποχώρησης!

Ένας ακόμη βραχνάς έφυγε από πάνω μας. Η ελεύθερη περιοχή μας επεκτεινόταν τώρα και σε όλο το Νότιο Ταΰγετο, με εξαίρεση τους Γοράνους και την Καρδαμύλη.

Απώλειες των κυβερνητικών δυνάμεων 30 νεκροί και πολλοί τραυματίες. Εφτά αιχμάλωτοι επανήλθαν στα σπίτια τους μετά από τριήμερο που τους αφήσαμε ελεύθερους.

Δικές μας απώλειες 3 νεκροί και 7 τραυματίες. Μεταξύ των νεκρών μας και ο κομμουνιστής Λεωνίδας Κατούνας, ένας από τους πιο μαχητικούς αντάρτες μας.—-

1.Ο Ντίνος Αγγελόπυλος ή Κλαρίνης, από το χωριό Μερόπη- Άνω Μεσσηνίας, ήταν ένας από τους πρωτοπόρους  Μεσσήνιους αγωνιστές που στη διάρκεια του μονόπλευρου εμφυλίου κατέφυγαν στον Ταΰγετο  και αποτέλεσαν τον πυρήνα του Δημοκρατικού Στρατού στη Μεσσηνία. Διακρινόταν για την προσωπική του παλικαριά, το επιθετικό πνεύμα και τη γνώση του εδάφους. Σκοτώθηκε το 1949, στην περιοχή του χωριού του.

2 Ο Λεωνίδας Κατούνας από τα Κονάκια Γυθείου, ήταν ένας από τους πρώτους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Ταΰγετου. Αν και σαραντάχρονος, ήταν σ’όλα του υποδειγματικός, ιδιαίτερα στη διάρκεια της μάχης. Το ίδιο όπως και ο αδερφός του Τάσος, διοικητής Λόχου του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, που τραυματίστηκε βαριά σε μάχη κατά των Γερμανών κατακτητών στη διάρκεια της Κατοχής.

skalalakonias.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια

Από το Blogger.