Μερικές σκέψεις για τον μακαριστό Μητροπολίτη Κυθήρων & Αντικυθήρων Κύριλλο, 10 χρόνια μετά την εκδημία του...
Γράφει ο Δήμαρχος Κυθήρων
Ευστράτιος Χαρχαλάκης
Τοιούτος ημίν έπρεπε Αρχιερεύς
Μερικές σκέψεις για τον μακαριστό Μητροπολίτη Κυθήρων & Αντικυθήρων Κύριλλο, 10 χρόνια μετά την εκδημία του...
Στις 10 Ιανουαρίου 2025 συμπληρώνονται 10 έτη από την εκδημία του μακαριστού Μητροπολίτου Κυθήρων και Αντικυθήρων κυρού Κυρίλλου Χριστάκη, που διαποίμανε τη Μητρόπολή μας από το 1998 μέχρι το 2005, οπότε μετατέθηκε από την Ιερά Σύνοδο στην Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων με έδρα την Καρδίτσα. Ήταν οι ημέρες της χαράς της Θείας Επιφανείας όταν ο αείμνηστος Κύριλλος παρέδιδε το πνεύμα του στον Φωτοδότη Χριστό.
Παρά το γεγονός ότι είχε από ετών γνωριμία με τη μητέρα μου (η οποία είχε υπηρετήσει ως δασκάλα στο Βόλο και τη γνώριζε από εκεί), εγώ έτυχε να γνωρίσω τον μακαριστό Κύριλλο ευθύς ως ανέλαβε να ποιμάνει την Μητρόπολή μας, ερχόμενος ως ειρηνευτής μετά από μια πολύ ταραγμένη περίοδο κατά την οποία ο πρώην Μητροπολίτης Ιάκωβος (Κορόζης) και οι πέριξ αυτόν ταλαιπώρησαν και σκανδάλισαν το λαό των Κυθήρων με διαφόρων ειδών σκάνδαλα που συγκλόνισαν το πανελλήνιο. Ήρθε ο Κύριλλος ως προσωπική επιλογή του τότε Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, ο οποίος τον γνώριζε πολύ καλά καθώς οι μητροπόλεις τους ήταν όμορες στη Θεσσαλία και οι διοικητικές ικανότητες του Κυρίλλου ήταν ευρύτατα γνωστές έχοντας αποκτήσει μεγάλη διοικητική και ποιμαντική πείρα ως Πρωτοσύγκελος, Ηγούμενος της Μονής Κορώνης, Καθηγητής Μ.Ε. και Ιεροκήρυκας στην Καρδίτσα την περίοδο 1971-1998.
Παρέλαβε μια Μητρόπολη σε πλήρη διάλυση. Το προηγούμενο καθεστώς που είχε παγιώσει ο Ιάκωβος Κορόζης είχε μετατρέψει τη Μητρόπολη Κυθήρων σε παράδειγμα προς αποφυγή, θα τολμούσα να πω σε «μίασμα» για όλη την Ελλάδα. Παρακμή, ανάξιοι ρασοφόροι, σκάνδαλα κάθε είδους που έγιναν γνωστά σε όλο τον κόσμο μέσω των γνωστών εκπομπών της τηλεόρασης. Τοποτηρητής είχε ορισθεί από την Ιερά Σύνοδο ο πολύπειρος Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος, που κατά την τοποτηρητεία του κοπίασε πολύ προκειμένου η Μητρόπολη να παραδοθεί στο νέο της Επίσκοπο υπό καθεστώς όσο το δυνατόν σχετικής ηρεμίας. Ο Κύριλλος εξαρχής φάνηκε αποφασισμένος να βάλει τάξη στα πράγματα και να κάνει τον κόσμο, το ποίμνιό του, να εμπιστευθεί ξανά την εκκλησιαστική του Αρχή και να περάσει ξανά τις πύλες των Ναών και των Προσκυνημάτων του. Ποιος δε θυμάται τις μαύρες σημαίες στους Επιταφίους επί Κορόζη;
Είχε άριστες διοικητικές ικανότητες. Ήταν ήπιος όταν έπρεπε και αυστηρός όταν επιβαλλόταν. Σε ζητήματα ηθικής δεν είχε δεύτερες σκέψεις, ούτε «ναι μεν, αλλά». Ήταν ο Δεσπότης που ξεκίνησε να λειτουργά σε όλους του ναούς της επαρχίας του, στα ξωκλήσια και στα μικρά εκκλησάκια των χωριών (διαθέτει από 300 το νησί των Κυθήρων), χωρίς να απαιτεί «δεσποτικές υποταγές» ή «λειτουργικές ακρότητες». Ήξερε, εξάλλου, σε πόσο μικρή Μητρόπολη τον έστελναν. Ήταν ο Δεσπότης που άρχισε να επισκέπτεται τα ακριτικά Αντικύθηρα και εκτός της εορτής του Αγ. Μύρωνος, κάτι που παραξένεψε και εντυπωσίασε τότε τους λιγοστούς κατοίκους του νησιού και κάτι που ακόμα περισσότερο συνεχίζει ο σημερινός Μητροπολίτης Σεραφείμ. Εφήρμοσε πλήρως την ευαγγελική ρήση «Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν» (Λουκ. 12,32).
Εκείνο, όμως, που θέλω να τονίσω ιδιαίτερα ήταν το στοιχείο της διάκρισης, που είχε πολύ ανεπτυγμένο ο μακαριστός Κύριλλος. Δεν προσέβαλε ποτέ τον συνομιλητή του. Ήταν ευγενής. Δεν πειθόταν από τον καθένα για κάποιο ζήτημα, αλλά εξήταζε εξονυχιστικά τα πράγματα προκειμένου να είναι όντως δίκαιος, ήθελε πάντα να ακούει και την altera pars όπως λένε οι νομικοί. Δεν ενεργούσε ποτέ σπασμωδικά αλλά μόνο κατόπιν σκέψεως. Δεν ήθελε να αδικεί κανέναν. Εάν ήθελε να επιπλήξει κάποιον θα το έκανε κατ΄ ιδίαν και με απόλυτη διάκριση. Προσέγγιζε τους νέους με ηπιότητα και όχι με αυστηρές απαγορεύσεις που δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα στην εποχή μας. Είχε τεράστιο σεβασμό για το Οικουμενικό Πατριαρχείο και προσωπικά για τον Παναγιώτατο Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. Εντός της Ιεραρχίας ήταν μια φωνή σοβαρότητος και λογικής, δεν συμπαθούσε τις ακρότητες, ούτε έδινε χώρο σε κύκλους ακραίων και δήθεν «υπερορθοδόξων» κύκλων που κατά κανόνα μετατρέπουν το μέσο σε σκοπό ευρισκόμενοι στην απόλυτη πλάνη για την οποία κατά κανόνα κατηγορούν άλλους. Ήξερε να βάζει όρια και κόκκινες γραμμές και να τα τηρεί απαρέγκλιτα.
Θυμάμαι και κάτι άλλο που δείχνει τη σοβαρότητα του εκκλησιαστικού ανδρός που μου είχε κάνει εξαρχής εντύπωση. Ήταν πολύ επιφυλακτικός στην «εμπορία θαυμάτων». Μας διηγούνταν ένα περιστατικό από την Καρδίτσα, όπου κάποιοι προσπαθούσαν να τον πείσουν (ως Πρωτοσύγκελο τότε) ότι έγινε ένα θαυμαστό σημείο σε ένα Ναό (κάτι με ένα μανουάλι θυμάμαι), αλλά εκείνος προέτασσε πάντα τη λογική, δεν αρνούνταν ποτέ την επιστήμη και κατέληγε ότι το μεγαλύτερο θαύμα για το Χριστιανό είναι αυτό που συμβαίνει στο Θυσιαστήριο σε κάθε Θ. Λειτουργία. Δεν απέρριπτε τις θαυματουργικές επεμβάσεις των Αγίων και της Παναγίας, αλλά ήταν πολύ προσεκτικός και καθόλου παρορμητικός σε τέτοια ζητήματα, γνωρίζοντας πόσο πνευματικά επικίνδυνο είναι για έναν Χριστιανό να αναμένει κάποιο «θαύμα» για να πιστέψει. Αν, για παράδειγμα, κάποιος έλεγε στον Κύριλλο ότι κατέχει «Τίμιο Ξύλο με το Αίμα του Χριστού» (!), εκείνος θα του απαντούσε με αυστηρότητα ότι ολόκληρος ο Τίμιος Σταυρός ήταν ποτισμένος με το Αίμα και τη Σάρκα του Θεανθρώπου, γι΄ αυτό εξάλλου προφήτευσε ο Ησαΐας το «ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος» και θα του εξιστορούσε την τελετουργία της ευλόγησης των «Τιμίων Ξύλων» που λάμβανε χώρα στην Βασιλεύουσα κάθε 1η Αυγούστου στη βυζαντινή περίοδο όταν εξήρχετο το Τίμιο Ξύλο από το Μέγα Παλάτιον προς ευλογία και επιστηριγμό των πιστών. Δεν θα πειθόταν ανεξέταστα και απροϋπόθετα σε τέτοια θέματα, ούτε θα δεχόταν ποτέ την υποκατάσταση της επιστήμης (π.χ. των ιατρών) από «εμπόρους ελπίδων» που δυστυχώς δρουν και στις μέρες μας ανεξέλεγκτα. Μετά από μια Θ. Λειτουργία, θυμάμαι, ήρθε μια γυναίκα σχετικά μεγάλης ηλικίας και του λέει «Δέσποτα, να μου διαβάσετε μια ευχή γιατί δε νοιώθω καλά». Και της απαντάει «Θα σου διαβάσω αλλά μόλις φύγεις από εδώ θα πας αμέσως στο γιατρό».
Και στο ζήτημα της διαχείρισης των Ιερών Προσκυνημάτων από την Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας, ο Κύριλλος ήταν επίσης διακριτικός και δεν δημιούργησε εντάσεις, ούτε αντεγκλήσεις. Ακόμα και η προσφυγή που κατόπιν μεγάλης πιέσεως γνωστών τοπικών κύκλων κατέθεσε στο ΣτΕ, δεν τον εμπόδισε να συνεργάζεται άριστα με την Επιτροπή για τα Προσκυνήματα, να τα αναδεικνύει και να τα αναβαθμίζει διαρκώς. Και όταν το αποτέλεσμα της κρίσης του ΣτΕ δεν τον δικαίωσε, εκείνος τιμώντας την Αρχιερωσύνη του και αποδεικνύοντας ότι είχε γνήσια χριστιανική συνείδηση, ουδέποτε σκέφθηκε να «τιμωρήσει» το Προσκύνημα της Μυρτιδιώτισσας (φευ!), ούτε απέσυρε τους ιερείς, ούτε έπαυσε ή μείωσε τις ιερουργίες με αστείες προφάσεις, διότι για εκείνον η Παναγία ήταν πάνω από τα κοσμικά ζητήματα, το Θυσιαστήριο της Μυρτιδιώτισσας ίστατο στη συνείδησή του πολύ ψηλότερα από τα πρόσωπα και τους εγωισμούς τους αλλά και από τις αποφάσεις των Δικαστηρίων, τις οποίες ωστόσο σεβόταν και δεν επιχειρούσε να τις υποβαθμίσει με άφρονες δικαιολογίες περί «αοράτων χειρών».
Το 2003, όταν ήμουν στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Ευρωπαϊκή Ένωση και Αναπτυσσόμενος Κόσμος» στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ζήτησα από τον καθηγητή μου Γρηγόρη Τσάλτα να καλέσουμε τον Κύριλλο να μας πει τις εμπειρίες του από την Ιεραποστολή στην Υποσαχάρια Αφρική. Πράγματι ήρθε μερικές φορές στο αμφιθέατρο και καθήλωσε με την απλότητα και το χαμόγελό του. Μας μετέφερε εμπειρίες ζωής από τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη και θυμάμαι ότι παρά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του ακροατηρίου δεν ήταν ιδιαίτερα θρησκευόμενο (Πανεπιστήμια, χώροι της αμφισβήτησης!), κατάφερε να κάνουμε έναν ουσιαστικό διάλογο για την παρουσία της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο και κυρίως στις περιοχές με τα μεγάλα ανθρωπιστικά και κοινωνικά προβλήματα. Εκεί, στο Πάντειο, με πίεσε για πολλοστή φορά να με κάνει παπά! Όταν του είπα ότι δεν είμαι άξιος και ότι είναι «βαρύ το ράσο», μου απάντησε αμέσως με χαμόγελο: «το ράσο είναι ελαφρύ, πανάλαφρο, όταν το φοράς με συναίσθηση και συνείδηση»!
Το 2005 προέκυψε η ανάγκη πλήρωσης της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος (Καρδίτσα), στην οποία ο Κύριλλος είχε υπηρετήσει ως Πρωτοσύγκελος επί σειρά ετών. Τότε ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος τον επέλεξε προς μετάθεση, ώστε με την μεγάλη εμπειρία που είχε ως ειρηνευτής της Μητροπόλεως Κυθήρων, να ειρηνεύσει και τη μεγάλη εκείνη Μητρόπολη της Θεσσαλίας που επίσης είχε ταλαιπωρηθεί πνευματικά. Ένα βράδυ πριν η Ιεραρχία εγκρίνει την μετάθεσή του, Ιούνιος του 2005 ήταν, Κυριακή των Αγίων Πάντων θυμάμαι, ο μακαριστός Κύριλλος πήρε τηλέφωνο ορισμένους ανθρώπους του στενού κύκλου του για να τους ενημερώσει. Πήρε και εμένα. Μου είπε ότι δεν επεδίωξε την μετάθεση αλλά ότι όφειλε να κάνει υπακοή στο κέλευσμα της Εκκλησίας. Θυμάμαι επακριβώς τί του απάντησα: «Σεβασμιώτατε να πάτε στο καλό και σας εύχομαι να μην το μετανιώσετε ποτέ»…
Δυστυχώς, τα προβλήματα που κλήθηκε να διαχειριστεί στην αγαπημένη του Καρδίτσα, ήταν πολύ μεγαλύτερα και βαθύτερα από όσο πίστευε και τελικά τον υπερνίκησαν με αποτέλεσμα η εκεί ποιμαντορία του να κρατήσει λίγο καθώς κατεβλήθη από σοβαρά προβλήματα υγείας.
Αν και η ιστορία δεν παραδέχεται τα «ίσως», ίσως τελικά αν ο Κύριλλος παρέμενε στα Κύθηρα, η Εκκλησία να ήταν περισσότερο ωφελημένη και η δική του υγεία να μην είχε επηρεαστεί τόσο.
Ας είναι παράδειγμα ο Δεσπότης αυτός για κάθε εκκλησιαστικό άνδρα και ας έχουμε όλοι την ευχή του από το Ουράνιο Θυσιαστήριο που πλέον ιερουργεί ενώπιον του Δικαιοκρίτου Κυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια