Συμμετοχή του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος στη διαβούλευση επί της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων.
Συμμετοχή του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος στη διαβούλευση επί της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων.
(Αρχή Σχεδιασμού: Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. (ΕΔΕΥΕΠ AE)
Aθήνα, 28/11/2023
Προς την Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης (ΔΙ.Π.Α.) του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας
Η προτεινόμενη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων εμφανίζει σοβαρές νομικές και ουσιαστικές πλημμέλειες και ελλείψεις, οι οποίες την καθιστούν απολύτως απρόσφορη και ακατάλληλη να εκπληρώσει τον σκοπό της, να επιτελέσει δηλαδή ένα περιβαλλοντικά βιώσιμο και αξιόπιστο πλαίσιο για τη χωροθέτηση μιας τόσο επισφαλούς για το θαλάσσιο περιβάλλον δραστηριότητας όπως είναι τα Υπεράκτια Αιολικά Πάρκα (ΥΑΠ).
Στο πλαίσιο του ελάχιστου χρόνου που έχει διατεθεί για την παρούσα διαβούλευση, ο κλειστός χαρακτήρας της οποίας δεν επιτρέπει την αλληλεπίδραση μεταξύ των μετεχόντων σε αυτήν, κατά παράβαση της Σύμβασης του Άρχους, επισημαίνουμε σε πολύ αδρές γραμμές ενδεικτικά τα εξής.
Η προτεινόμενη ΣΜΠΕ έχει εκπονηθεί χωρίς να έχει προηγηθεί ο απαιτούμενος κατά τη σχετική ενωσιακή Οδηγία Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ), επί των πορισμάτων του οποίου και μόνο μπορεί αυτή να βρει νόμιμο επιστημονικό έρεισμα. Ο ΘΧΣ αποτελεί αναγκαίο προαπαιτούμενο για την κατανομή των διαφόρων χρήσεων στο θαλάσσιο χώρο, την πρόληψη και επίλυση των μεταξύ τους συγκρούσεων και, ιδίως, την ελαχιστοποίηση των αναπόφευκτων αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Οι δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις των χρήσεων αυτών (υδατοκαλλιέργειες, εξορύξεις, ΥΑΠ, θαλάσσιες συγκοινωνίες, θαλάσσιος τουρισμός, αλιεία κ.λπ.), είναι σωρευτικές και απαιτούν συνολική, ολοκληρωμένη και όχι αποσπασματική εκτίμηση.
Σύμφωνα με έγκυρες επιστημονικές μελέτες, οι κίνδυνοι για το θαλάσσιο περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα είναι προς το παρόν σε μεγάλο βαθμό άγνωστοι. Κατά συνέπεια, η αρχή της Προφύλαξης επιβάλλει την αξιολόγηση των σωρευτικών επιπτώσεων τόσο από την ανάπτυξη των ΥΑΠ αυτή καθ’ εαυτήν όσο και από την αλληλεπίδρασή τους με όλες τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες στον ίδιο χώρο, σύμφωνα και με την Οδηγία 2008/56/ΕΚ.
Όπως αναφέρει και η Ειδική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου «Ενέργεια από υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές στην ΕΕ» (2023), η Επιτροπή δεν έχει εκτιμήσει τις ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επέκτασης των ΥΑΠ που πρότεινε στη στρατηγική της. Διαπιστώνει επίσης η ίδια Έκθεση ότι πολυάριθμες περιβαλλοντικές πτυχές που συνδέονται με την σχεδιαζόμενη ανάπτυξη των ΥΑΠ δεν έχουν ακόμη αναγνωρισθεί και το δυνητικά σημαντικό περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα στη θαλάσσια ζωή δεν έχει συνεκτιμηθεί επαρκώς. Μεταξύ των αρνητικών επιπτώσεων περιλαμβάνονται οι μεταβολές της ποιότητας των υδάτων λόγω της έκλυσης ρύπων, τα φαινόμενα εκτοπισμού των ειδών λόγω του υποθαλάσσιου θορύβου από τις εγκαταστάσεις ΥΑΠ τόσο στη φάση κατασκευής όσο και στη φάση λειτουργίας τους, η απώλεια ή υποβάθμιση οικοτόπων, οι μεταβολές στα πρότυπα αποδημίας λόγω μεταβολών στο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, ο εκτοπισμός ειδών (ορνιθοπανίδας και θαλασσίων ειδών), η μεταβολή στη δομή του πληθυσμού τους κ.λπ. Ο αντίκτυπος των ΥΑΠ στο θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει πάντως, σύμφωνα με την Έκθεση, να συνεκτιμηθεί και σε σχέση με τις προς το παρόν άγνωστες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στο θαλάσσιο περιβάλλον, οι οποίες θα έχουν επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα και στα οικοσυστήματα.
Η προτεινόμενη ΣΜΠΕ όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τα ανωτέρω προβλήματα σε σχέση με τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο, αλλά προσφεύγει και πάλι, όπως ακριβώς συνέβη και με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο των χερσαίων Α.Π.Ε., στην απολύτως αντιεπιστημονική μέθοδο της κατάταξης όλων των θαλασσίων περιοχών της χώρας σε δύο μεγάλες γενικές κατηγορίες: Τις κατάλληλες για χωροθέτηση ΥΑΠ και τις εξαιρέσεις. Με τη μέθοδο αυτή αποφεύγει ακριβώς αυτό που αποτελεί την πεμπτουσία κάθε Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου, δηλαδή την ενδελεχή μελέτη κάθε μιας περιοχής ξεχωριστά σε σχέση με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, την ακτογραμμή, τη γεωδυναμική, τη βιοποικιλότητα, της φυσιογνωμία της παράκτιας χερσαίας ζώνης, δηλαδή όλα εκείνα τα στοιχεία με βάση τα οποία θα είναι στη συνέχεια σε θέση να προβεί στην επιστημονικά τεκμηριωμένη παράθεση των επιπτώσεων των ΥΑΠ επί των στοιχείων αυτών. Αντί τούτου, η ΣΜΠΕ περιορίζεται στη γενική αναφορά κάποιων αυτονόητων εξαιρέσεων (πυρήνες εθνικών δρυμών!, σχέδια πόλεως!, υγρότοποι Ramsar, περιοχές απόλυτες προστασίας της φύσης, αρχαιολογικοί χώροι κ.λπ.) οι δε κατάλληλες περιοχές καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του θαλάσσιου χώρου της Ελλάδας.
Επισημαίνεται ότι η απόσταση του ενός ναυτικού μιλίου από την ακτή, η οποία προβλέπεται για την εγκατάσταση ΥΑΠ στις θεωρούμενες ως κατάλληλες περιοχές, θα προκαλέσει προφανώς την πλήρη αλλοίωση του μοναδικού θαλάσσιου τοπίου του Αιγαίου και Ιουνίου πελάγους, το οποίο βρίσκεται σε άμεση αλληλεξάρτηση με το παράκτιο οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον της νησιωτικής και ηπειρωτικής χώρας.
Η αλληλεπίδραση των ΥΑΠ με τις λοιπές επιχειρηματικές θαλάσσιες δραστηριότητες (υδατοκαλλιέργειες, εξορύξεις, τουρισμός), δεν εξετάζεται επιστημονικά με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, μετρήσεων και εκτιμήσεων. Απλώς παρατίθενται αφηγηματικά τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια που αφορούν τις δραστηριότητες αυτές χωρίς να επιχειρείται κανένας συσχετισμός μεταξύ τους. Επίσης δεν εξετάζεται ο μεγάλος κίνδυνος που θα αντιμετωπίσει ο τομέας της αλιείας, ο οποίος πλήττεται ήδη σοβαρά στη χώρα μας τόσο από την υποβάθμιση του θαλασσίου περιβάλλοντος όσο και από την υπερβολική ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών. Η εγκατάσταση των ΥΑΠ συνεπάγεται τον χωρικό αποκλεισμό των αλιέων από τις αντίστοιχες περιοχές και την περαιτέρω συρρίκνωση του ελάχιστου χώρου που τους απομένει για την άσκηση της δραστηριότητάς τους.
Το ίδιο συμβαίνει και σε σχέση με τις επιπτώσεις των ΥΑΠ στη βιοποικιλότητα. Οι γενικές και αόριστες αναφορές στους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα θαλάσσια είδη και η ορνιθοπανίδα εκτιμώνται με βάση στοιχεία που αφορούν αντίστοιχα είδη που ενδημούν στη Βόρεια και Βαλτική Θάλασσα, όπου οι συνθήκες είναι προδήλως διαφορετικές. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ειδικώς ως προς τον αργυροπελεκάνο, ασημόγλαρο, νανόγλαρο και πολλά άλλα είδη, ο κίνδυνος πρόσκρουσης και εκτόπισης δεν έχει αξιολογηθεί καν για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία.
Παρατηρείται συμπληρωματικά ότι η ΣΜΠΕ δεν καταγράφει τους τύπους και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των υπεράκτιων Α/Γ που διατίθενται σήμερα στην αγορά. Ανακύπτουν λοιπόν τα εύλογα ερωτήματα, πώς εκτιμήθηκαν και αξιολογήθηκαν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προγράμματος και τι περιθώρια καταλείπονται στο ενδιαφερόμενο κοινό να εκφράσει την γνώμη του για τις επιπτώσεις αυτές. Επισημαίνεται σχετικά ότι, όπως προκύπτει από την ΣΜΠΕ, για τον καθορισμό των ΠΟΑΥΑΠ (Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων) ελήφθη υπόψιν το ισχύον Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις ΑΠΕ (ΕΠΧΣΑΑ ΑΠΕ), το οποίο όμως έχει εκπονηθεί με σημείο αναφοράς την «τυπική ανεμογεννήτρια», διαμέτρου πτερωτής 85 μέτρων, ισχύος 2 μεγαβάτ και ύψους πύργου 70-80 μέτρων. Δεδομένου ότι οι ανεμογεννήτριες που διατίθενται στην αγορά και προορίζονται για το θαλάσσιο χώρο είναι τεράστιες και δεν έχουν καμία σχέση με την «τυπική» ανεμογεννήτρια του ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ, καθίσταται σαφές ότι το νομοθέτημα αυτό αποτελεί απολύτως απρόσφορο κριτήριο.
Σύμφωνα με την Οδηγία 2001/42 (Παράρτημα Ι), η ΣΜΠΕ επιβάλλεται να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον εντοπισμό και την αξιολόγηση συγκεκριμένων σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων του Προγράμματος καθώς και τα προβλεπόμενα μέτρα για την πρόληψη, τον περιορισμό και, ει δυνατόν, την εξουδετέρωσή τους. Η ΣΜΠΕ εκτιμά, όλως αορίστως, ότι από την εφαρμογή του ενδέχεται να προκύψουν σημαντικές επιπτώσεις σε 89 προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000. Αντί, όμως, να εκτιμήσει η ίδια τις επιπτώσεις αυτές, όπως οφείλει, μεταθέτει την εκτίμηση και αξιολόγησή τους στο κατώτερο επίπεδο της εκπόνησης Μελετών Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (ΜΕΟΑ). Η κατάρτιση όμως των ΜΕΟΑ προϋποθέτει και δεν υποκαθιστά την κατά την Οδηγία υποχρέωση θέσπισης στόχων και μέτρων διατήρησης των περιοχών Natura, οι οποίες πρέπει να εξετάζονται καθ’ εαυτές και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μελλοντική δραστηριότητα. Και τούτο διότι από τους στόχους και τα μέτρα διατήρησης που θα καθοριστούν για κάθε περιοχή Natura θα εξαρτηθεί αν και ποιες δραστηριότητες μπορούν να λάβουν χώρα και υπό ποιες προϋποθέσεις μέσα στις περιοχές αυτές.
Το θαλάσσιο τοπίο του Αιγαίου, του Ιονίου και το Κρητικού πελάγους, με την ιδιάζουσα ακτογραμμή, τη βιοποικιλότητα, τα παγκοσμίως αναγνωρίσιμα νησιά και το πολύτιμο, πανάρχαιο πολιτιστικό τους φορτίο, ουδεμία σχέση έχει με τις θάλασσες της βορείου Ευρώπης και, επομένως, τα διαθέσιμα στοιχεία για τις επιπτώσεις των αιολικών σταθμών στις ελληνικές θάλασσες είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα. Οι συντάκτες της ΣΜΠΕ παραδέχονται άλλωστε ότι «η διαθέσιμη βιβλιογραφία για τις επιπτώσεις των υπεράκτιων Α/Γ στο τοπίο είναι περιορισμένη», γεγονός που καθιστά την ανάγκη για τεκμηριωμένη μελέτη των επιπτώσεων του προγράμματος στις ελληνικές θάλασσες ακόμα πιο επιτακτική. Εν τούτοις, οι συντάκτες παραλείπουν ακόμα και να καταγράψουν τα μεγέθη και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των θαλάσσιων Α/Γ που διατίθενται στην αγορά και αρκούνται στην αόριστη διαπίστωση ότι η αξιολόγηση των επιπτώσεων στο τοπίο εξαρτάται από τα μεγέθη και τα χαρακτηριστικά, τη διάταξη κ.λπ. των Α/Γ. Στην ουσία δηλαδή αποφεύγουν κάθε εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων στο τοπίο και, μολονότι η εκτίμηση αυτή αποτελεί δικό τους αντικείμενο και ευθύνη, μεταθέτουν την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης στο στάδιο της έγκρισης των επιμέρους ΠΟΑΥΑΠ. Παρά ταύτα, με ένα λογικό άλμα, αποφαίνονται τελικώς ότι το πρόγραμμα είναι συμβατό με τους περιβαλλοντικούς στόχους για το τοπίο. Το τοπίο αποτελεί, ως γνωστόν, επιστημονικό μέγεθος και καθορίζεται από συγκεκριμένες αντικειμενικές παραμέτρους (όγκους, χρώματα, φωτοσκιάσεις κ.λπ.) τελείως ανεξάρτητες από τις προσωπικές προτιμήσεις του παρατηρητή. Είναι επομένως αξιοσημείωτη η απολύτως αντιεπιστημονική παρατήρηση των μελετητών (σελ. 420 της ΣΜΠΕ) κατά την οποία «η αντίληψη του τοπίου είναι πάντα υποκειμενική και αφορά τον εκάστοτε χρήστη».
Για το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος
Γεώργιος Χριστοφορίδης
Δικηγόρος, μέλος Δ.Σ. του Επιμελητηρίου
Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος
Τηλ: +30 210 3823850 ⦁ email: info@environ-sustain.gr
--------------------------------------------------------------
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ
•Garthe et al., 2023, Large-scale effects of offshore wind farms on seabirds of high conservation concern.
•Galparsoro et al., 2022, Mapping potential environmental impacts of offshore renewable energy.
•Galparsoro et al.,2022, Reviewing the ecological impacts of offshore wind farms.
•Willsteed et al., 2018, Obligations and aspirations: A critical evaluation of offshore wind farm cumulative impact assessments.
•Gasparatos et al., 2017, Renewable energy and biodiversity: Implications for transitioning to a Green Economy.
•Dannheim et al., 2019, Benthic effects of offshore renewables: identification of knowledge gaps and urgently needed research.
•Kastelein et al., 2013, Behavioural responses of a harbour porpoise to playbacks of broadband pile driving sounds, Marine Environmental Research.
•Environmental 2020 State of the Science Report: Environmental Effects of Marine Renewable Energy Development Around the World. Report for Ocean Energy Systems (OES).
•WindEUrope: Wind energy and environment.
•Tethys, 2022, Marine Renewable Energy: An introduction to Environmental Effects.
Δεν υπάρχουν σχόλια