«θέλουμε και τουρισμό, ΤΡΟΜΑΡΑ ΜΑΣ!
ΘΕΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ…
Τρέμω από τα νεύρα μου και πραγματικά χρειάζομαι να διηγηθώ το γιατί.
Είμαι big fan -ή αλλιώς «κολλημένη»- με τα Κύθηρα. Ατέλειωτες ημέρες διακοπών, και όχι μόνο θερινών, έχω περάσει εδώ σε βάθος δεκαετιών, με παρέες, με φίλους, με οικογένεια… έστω κι αν κάθε χρόνο το νησί με πληγώνει, μεταφορικά μιλώντας,με την ακαταστασία που επικρατεί παντού (parking, σκουπίδια, πλημμελή καθαριότητα, αφρόντιστο περιβάλλον, καλώδια παντού…),με τις φωτιές που καίνε το καλοκαίρι το πράσινο, την πανίδα και φυσικά τα μελίσσια που παράγουν το εξαιρετικό μέλι Κυθήρων,με την οπτική ρύπανση από ταμπέλες που ξεφυτρώνουν άναρχα παντού, με τις μάντρες οικοδομικών υλικών που χαλάνε την εικόνα κατά μήκος του κεντρικού οδικού άξονα,με παρεμβάσεις των ιθυνουσών αρχών που κοτσάρουν κάτι δημόσιους φωτισμούς ενοχλητικούς, ακριβούς, και άσχετους με τη χρήση για την οποία προορίζονται,με κάτι κτίσματα-τερατουργήματα (το χειρότερο όλων!) εκτός μέτρου κι εκτός ρυθμού στο νησί…και άλλα και άλλα και άλλα!…
Φέτος τα Κύθηρα με πλήγωσαν, όμως, εκτός από μεταφορικά και κυριολεκτικά. Ήρθα για διακοπές στο αγαπημένο Καψάλι, με δύο γόνατα χειρουργημένα με αρθροπλαστική, με ελαφρώς μειωμένη ευστάθεια και αρκετή δυσκολία να ανεβοκατεβαίνω σκάλες, γνωρίζοντας πως η πρόσβασή μου στην παραλία θα σήμαινε μια διαδρομή με τα πόδια μέσω ενός δρόμου στενού και χωρίς πεζοδρόμια. Σουρεαλιστικό;
Μήνα Ιούλιο πάντως, που η κίνηση δεν είναι στο απόλυτο ζενίθ, ήλπιζα να «τη βγάλω καθαρή» με λελογισμένη ταλαιπωρία.
Ώσπου ένα πρωί, καθώς περπατάω στο δρόμο κατεβαίνοντας προς τη θάλασσα, μπλέκεται η σαγιονάρα μου σε μια στρεβλή και σκουριασμένη σιδερόβεργα, η οποία προεξέχει από ένα ακανόνιστο, άθλιο κομμάτι τσιμέντο, που βρίσκεται χαλαρά παρατημένο πάνω στην (ομοιόχρωμη) άσφαλτο, με προφανή ιστορικό ρόλο να κρατάει μια αχρηστευμένη πια πλαστική ασπρο-κόκκινη ταινία, για να μην παρκάρουν αυτοκίνητα έξω από τα παρακείμενα ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Κάνω ένα-δύο απελπισμένα βήματα προσπαθώντας να ισορροπήσω, αλλά σωριάζομαι τελικά στην ελεεινή άσφαλτο από αδρό χαλίκι, πασπαλισμένη γενναιόδωρα με χώμα. Γδέρνω χέρια, αγκώνα, γόνατα, πόδια, κυρίως όμως χτυπάω τα χειρουργημένα μου, ήδη πονεμένα, γόνατα. Και τρέχω βέβαια στη συνέχεια στην ενδοχώρα, να δω τι χρειάζεται από αντιτετανικά, αντισηπτικά, κλπ.
Εξ ου και «τρέμω από τα νεύρα μου». Εννοείται φυσικά ότι δεν μπορώ να βρω το δίκιο μου πουθενά, γιατί ζω σε μια χώρα μπάχαλο. Απλώς εξακολουθώ να πονάω παντού, να μεμψιμοιρώ και να αμπελοφιλοσοφώ
«θέλουμε και τουρισμό, ΤΡΟΜΑΡΑ ΜΑΣ!
Δεν υπάρχουν σχόλια