Το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου – Σύμβολο ηρωισμού και θυσίας
Κορυφαία πράξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών, σύμβολο ηρωισμού και θυσίας. Είναι το σημαντικότερο επεισόδιο της Κρητικής Επανάστασης του 1866.
Η κακοδιοίκηση και η καταπίεση της τουρκικής διοίκησης ανάγκασε την Παγκρήτια Συνέλευση που συνήλθε στα Χανιά να αποστείλει στις 14 Μαΐου 1866 αναφορά στον Σουλτάνο με μια σειρά αιτημάτων. Συγκεκριμένα, ζητούσε: βελτίωση του φορολογικού συστήματος, σεβασμό της χριστιανικής θρησκείας, αναγνώριση του πληθυσμού να εκλέγει ελεύθερα τους δημογέροντές του και τη λήψη μέτρων για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού.
Παράλληλα, απέστειλε μυστικό υπόμνημα προς τους μονάρχες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, με το οποίο τους καλούσε να ενεργήσουν για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ή να μεσολαβήσουν στη χορήγηση από τον Σουλτάνο «Οργανικού Νόμου». Στη συγκέντρωση αυτή συμμετείχε και ο Γαβριήλ Μαρινάκης, ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, που ήταν το επαναστατικό κέντρο της περιοχής Ρεθύμνης.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις αδιαφόρησαν, ενώ η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε ουδετερότητα και δεν πήρε ανοιχτά το μέρος των επαναστατών. Μόνο η Ρωσία κινήθηκε δραστήρια, χάρη στους υποπροξένους της στο νησί Ιωάννη Μιτσοτάκη και Σπυρίδωνα Δενδρινό.
Μη αναμένοντας βοήθεια από πουθενά, οι Κρητικοί αποφάσισαν να ξεσηκωθούν μόνοι τους και ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης στις 21 Αυγούστου 1866, με το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» και αρχηγούς τον Ιωάννη Ζυμβρακάκη στα Χανιά, τον Ελλαδίτη συνταγματάρχη Πάνο Κορωναίο στο Ρέθυμνο και τον Μιχαήλ Κόρακα στο Ηράκλειο. Στην Ελλάδα συγκροτήθηκαν εθελοντικές ομάδες, που βοήθησαν τους Κρητικούς, με χρήματα, τρόφιμα και άλλα εφόδια.
Ο Σουλτάνος θορυβήθηκε από την εξέγερση και έστειλε στις 30 Αυγούστου 1866 τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, με εντολή να την καταστείλει, αφού προηγουμένως είχε απορρίψει τα αιτήματα των Κρητικών. Ο Πασάς έφερε το προσωνύμιο Γκιριτλί (Κρητικός), επειδή είχε συντελέσει στην κατάπνιξη της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη. Πρώτα προσπάθησε να καλοπιάσει τους επαναστάτες και να τους πείσει να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Όταν αυτοί αρνήθηκαν, αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή το στρατιωτικό του σχέδιο για την κατάπνιξη της επανάστασης.
Τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο προέβη σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή των Χανίων και στη συνέχεια στράφηκε προς το Ρέθυμνο και τη Μονή Αρκαδίου, όπου ήταν η έδρα της τοπικής επαναστατικής επιτροπής, αποθήκη πολεμοφοδίων και τροφίμων, καθώς και καταφύγιο πολλών χριστιανών. Ο Μουσταφά Πασάς έφθασε έξω από το μοναστήρι το απόγευμα της 6ης Νοεμβρίου 1866. Στη διάθεσή του είχε 15.000 άνδρες (Τούρκους, Αλβανούς, Αιγυπτίους και Τουρκοκρητικούς) και ισχυρό πυροβολικό. Στη Μονή βρίσκονταν 966 άνθρωποι, από τους οποίους μόνο 250 μπορούσαν να πολεμήσουν. Επικεφαλής των αγωνιστών του Αρκαδίου ήταν ο πελοποννήσιος ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δημακόπουλος και ο ηγούμενος Γαβριήλ.
Οι προτάσεις προς παράδοση απορρίφθηκαν από τους πολιορκημένους και το πρωί της 8ης Νοεμβρίου άρχισαν οι εχθροπραξίες. Οι Οθωμανοί, παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις τους, δεν κατάφεραν να καταλάβουν τη Μονή την πρώτη μέρα. Το βράδυ ζήτησαν ενισχύσεις και μετέφεραν ένα μεγάλο πυροβόλο από το Ρέθυμνο.
Την επομένη, 9 Νοεμβρίου, άρχισε το δεύτερο κύμα της επίθεσης. Νωρίς το απόγευμα γκρεμίστηκε το δυτικό τείχος της Μονής από τις βολές του πυροβόλου και οι επιτιθέμενοι εισέβαλαν στο μοναστήρι, αρχίζοντας τη μεγάλη σφαγή.
Στη μπαρουταποθήκη της μονής γράφτηκε η τελευταία πράξη του δράματος και μία ακόμα ένδοξη σελίδα της ελληνικής ιστορίας. Ο Κωστής Γιαμπουδάκης ή κατ’ άλλους ο Εμμανουήλ Σκουλάς την ανατίναξε, σκορπίζοντας το θάνατο, όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους εισβολείς. Αμέσως μετά, οι Τουρκοκρητικοί και οι Αλβανοί όρμησαν και κατέσφαξαν όσους είχαν διασωθεί, ενώ έκαψαν τον ναό και λεηλάτησαν τα ιερά κειμήλια.
Από τους Έλληνες που βρίσκονταν στη Μονή, μόνο 3 ή 4 κατόρθωσαν να διαφύγουν, ενώ περίπου 100 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μεταξύ αυτών και ο Δημακόπουλος, που εκτελέστηκε λίγο αργότερα. Ο ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου Γαβριήλ Μαρινάκης είχε σκοτωθεί πριν από την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης. Οι νεκροί και τραυματίες του Μουσταφά ανήλθαν σε 1.500 ή σε 3.000, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς.
Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, όπως είχε συμβεί με την καταστροφή των Ψαρών και την Έξοδο του Μεσολογγίου, συγκίνησε όλο τον χριστιανικό κόσμο κι ένα νέο κύμα φιλελληνισμού δημιουργήθηκε στην Ευρώπη. Σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι και ο Βίκτωρ Ουγκώ, πήραν θέση υπέρ του Κρητικού Αγώνα και ξένοι εθελοντές έσπευσαν να ενισχύσουν από κοντά την Επανάσταση. Σημαντικές ήταν και οι χρηματικές συνεισφορές από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, με προεξάρχοντα τον φιλέλληνα Σαμουήλ Χάου.
Η Κρητική Επανάσταση φυλλορρόησε τον Ιανουάριο του 1869, αλλά ο Σουλτάνος δεν μπόρεσε να καθυποτάξει ολοκληρωτικά τους Χριστιανούς της Κρήτης. Έτσι, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων αναγκάστηκε να παραχωρήσει τον «Οργανικό Νόμο» (3 Φεβρουαρίου 1868), ένα είδος Συντάγματος, που προέβλεπε προνόμια για τους χριστιανούς και καθεστώς ημιαυτονομίας για το νησί. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα πήρε αναβολή για το 1912.
ΚΡΗΤΗ.ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΡΚΑΔΙΟΥ [ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΑΖ}
ΚΡΗΤΗ.ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΡΚΑΔΙΟΥ.[ ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΑΖ ] ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ADELIN 107,3 FM ΚΥΘΗΡΑ
Σύντομη Ιστορία της Μονής Αρκαδίου
Η κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους γίνεται τη στιγμή που η Μονή Αρκαδίου βρίσκεται σε άνθηση.
Κατά την επανάσταση του 1821 οι μοναχοί συμμετέχουν και πρωτοστατούν στα γεγονότα.Η πρώτη καταστροφή έρχεται. Τότε λεηλατείται και αναγκαστικά εγκαταλείπεται από τους μοναχούς για ένα μικρό διάστημα. Πολύ σύντομα επιστρέφουν. Το ανώτατο σημείο στην πυραμίδα της προσφοράς της Μονής είναι όταν ανεβαίνει το σκαλοπάτι της αυτοθυσίας, του ηρωισμού και του θεάρεστου αλτρουισμού. Είναι το Ολοκαύτωμα της 8ης Νοεμβρίου 1866. Η Μονή έδωσε το δικό της παρόν στον αγώνα ενάντια στη σκλαβιά. Πέτυχε να αποτινάξει τα δεσμά που λυσσωδώς οι εχθροί ζητούσαν να της περάσουν και να καταφέρει να αλλάξει τον ρου της ιστορίας της Κρήτης. Έκτοτε η Μονή φέρει το βάρος της ιστορίας στους ώμους της συνεχίζοντας να λαμβάνει μέρος στους αγώνες που ακολούθησαν σε όλες τις εκφάνσεις στο πολύπαθο νησί μας και προσπαθεί με κάθε τρόπο να ανταποκριθεί επάξια στο λαμπρό παρελθόν της.
Η κακοδιοίκηση και η καταπίεση της τουρκικής διοίκησης ανάγκασε την Παγκρήτια Συνέλευση που συνήλθε στα Χανιά να αποστείλει στις 14 Μαΐου 1866 αναφορά στον Σουλτάνο με μια σειρά αιτημάτων. Συγκεκριμένα, ζητούσε: βελτίωση του φορολογικού συστήματος, σεβασμό της χριστιανικής θρησκείας, αναγνώριση του πληθυσμού να εκλέγει ελεύθερα τους δημογέροντές του και τη λήψη μέτρων για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού.
Παράλληλα, απέστειλε μυστικό υπόμνημα προς τους μονάρχες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, με το οποίο τους καλούσε να ενεργήσουν για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ή να μεσολαβήσουν στη χορήγηση από τον Σουλτάνο «Οργανικού Νόμου». Στη συγκέντρωση αυτή συμμετείχε και ο Γαβριήλ Μαρινάκης, ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, που ήταν το επαναστατικό κέντρο της περιοχής Ρεθύμνης.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις αδιαφόρησαν, ενώ η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε ουδετερότητα και δεν πήρε ανοιχτά το μέρος των επαναστατών. Μόνο η Ρωσία κινήθηκε δραστήρια, χάρη στους υποπροξένους της στο νησί Ιωάννη Μιτσοτάκη και Σπυρίδωνα Δενδρινό.
Μη αναμένοντας βοήθεια από πουθενά, οι Κρητικοί αποφάσισαν να ξεσηκωθούν μόνοι τους και ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης στις 21 Αυγούστου 1866, με το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» και αρχηγούς τον Ιωάννη Ζυμβρακάκη στα Χανιά, τον Ελλαδίτη συνταγματάρχη Πάνο Κορωναίο στο Ρέθυμνο και τον Μιχαήλ Κόρακα στο Ηράκλειο. Στην Ελλάδα συγκροτήθηκαν εθελοντικές ομάδες, που βοήθησαν τους Κρητικούς, με χρήματα, τρόφιμα και άλλα εφόδια.
Ο Σουλτάνος θορυβήθηκε από την εξέγερση και έστειλε στις 30 Αυγούστου 1866 τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, με εντολή να την καταστείλει, αφού προηγουμένως είχε απορρίψει τα αιτήματα των Κρητικών. Ο Πασάς έφερε το προσωνύμιο Γκιριτλί (Κρητικός), επειδή είχε συντελέσει στην κατάπνιξη της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη. Πρώτα προσπάθησε να καλοπιάσει τους επαναστάτες και να τους πείσει να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Όταν αυτοί αρνήθηκαν, αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή το στρατιωτικό του σχέδιο για την κατάπνιξη της επανάστασης.
Στη μπαρουταποθήκη της μονής γράφτηκε η τελευταία πράξη του δράματος και μία ακόμα ένδοξη σελίδα της ελληνικής ιστορίας. Ο Κωστής Γιαμπουδάκης ή κατ' άλλους ο Εμμανουήλ Σκουλάς την ανατίναξε, σκορπίζοντας το θάνατο, όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους εισβολείς. Αμέσως μετά, οι Τουρκοκρητικοί και οι Αλβανοί όρμησαν και κατέσφαξαν όσους είχαν διασωθεί, ενώ έκαψαν τον ναό και λεηλάτησαν τα ιερά κειμήλια.
Από τους Έλληνες που βρίσκονταν στη Μονή, μόνο 3 ή 4 κατόρθωσαν να διαφύγουν, ενώ περίπου 100 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μεταξύ αυτών και ο Δημακόπουλος, που εκτελέστηκε λίγο αργότερα. Ο ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου Γαβριήλ Μαρινάκης είχε σκοτωθεί πριν από την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης. Οι νεκροί και τραυματίες του Μουσταφά ανήλθαν σε 1.500 ή σε 3.000, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς.
Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, όπως είχε συμβεί με την καταστροφή των Ψαρών και την Έξοδο του Μεσολογγίου, συγκίνησε όλο τον χριστιανικό κόσμο κι ένα νέο κύμα φιλελληνισμού δημιουργήθηκε στην Ευρώπη. Σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι και ο Βίκτωρ Ουγκώ, πήραν θέση υπέρ του Κρητικού Αγώνα και ξένοι εθελοντές έσπευσαν να ενισχύσουν από κοντά την Επανάσταση. Σημαντικές ήταν και οι χρηματικές συνεισφορές από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, με προεξάρχοντα τον φιλέλληνα Σαμουήλ Χάου.
Η Κρητική Επανάσταση φυλλορρόησε τον Ιανουάριο του 1869, αλλά ο Σουλτάνος δεν μπόρεσε να καθυποτάξει ολοκληρωτικά τους Χριστιανούς της Κρήτης. Έτσι, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων αναγκάστηκε να παραχωρήσει τον «Οργανικό Νόμο» (3 Φεβρουαρίου 1868), ένα είδος Συντάγματος, που προέβλεπε προνόμια για τους χριστιανούς και καθεστώς ημιαυτονομίας για το νησί. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα πήρε αναβολή για το 1912.
Για την ίδρυση του μοναστηριού , δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες. Η παράδοση λέει πως θεμελιώθηκε από τον Ηράκλειο και ανοικοδομήθηκε απο τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αρκάδιο τον 5ο μ.Χ. αιώνα από τον οποίο πήρε και το όνομα του. Κατ' άλλη εκδοχή ιδρύθηκε απο κάποιο Μοναχό Αρκάδιο και γι αυτό ονομάστηκε Μονή Αρκαδίου.
Τη χρονιά του 1866 το Αρκάδι θα γίνει ένας Θρύλος, μια ολοζώντανη Ιστορία , ένας φάρος άσβεστος, που θα φέγγει σε όλους τους αιώνες και θα διδάσκει τους Λαούς πόσο αξίζει , αλλά και πόσο στοιχίζει η Ελευθερία .
Διακόσια πενήντα χρόνια βρίσκονταν οι Τούρκοι στο πολύπαθο νησί της Κρήτης. Οι επαναστάσεις των Κρητικών πνίγονταν στο αίμα , όπως του 1770,1811,1821,1822,1828. και κάθε φορά η Κρήτη ντυνόταν στα μαύρα και φορούσε και μαύρο κεφαλομάντηλο. Σ' όλους αυτούς τους ιερούς αγώνες , πόθος του Κρητικού λαού ήταν η ένωση με τη μητέρα πατρίδα.
1η Μαΐου 1866
Χίλιοι Πεντακόσιοι Κρητικοί επαναστάτες συγκεντρώνονται στο ιστορικό μοναστήρι με αρχηγό τον Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη , και αποφασίζουν να χτυπήσουν τον Τούρκο δυνάστη. Πρόεδρος της επιτροπής Ρεθύμνης , εκλέγεται ο Ηγούμενος της Μονής Χατζή Γαβριήλ Μαρινάκης, απο το χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου. Ο Ισμαήλ πασάς παραγγέλνει στον ηγούμενο να διώξει την Επιτροπή γιατί αλλιώς θα καταστρέψει το μοναστήρι. Ο Γαβριήλ γνήσιος απόγονος των πολεμάρχων της Κρήτης αρνείται. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ο Πασάς ξαναμηνά , να φύγει η Επιτροπή, αλλά οι αγωνιστές , γαλουχημένοι απο τα νάματα του ¨Κρυφού σχολειού" και τραγουδώντας το τιμημένο τραγούδι "Πότε θα κάμει ξαστεριά...." περιφρονούν πάλι το βάρβαρο καταχτητή.
24 Σεπτεμβρίου 1866
7 Νοεμβρίου 1866
Μέσα στο μοναστήρι βρίσκονται 964 ψυχές, 325 άνδρες απο τους οποίους ςίναι 259 με όπλα και τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα . Ο Μουσταφά πασάς , που στο μεταξύ έχει αντικαταστήσει τον Ισμαήλ , ξεκινά απο το Ρέθυμνο με 15.000 ταχτικό στρατό και 30 κανόνια. Το πρωί της 8ης Νοεμβρίου , οι Τούρκικες ορδές βρίσκονται στο Αρκάδι και ορίζεται αρχηγός τους ο Σουλειμάν Βέης (γαμπρός του Μουσταφά) , ενώ ο ίδιος παραμένει στο χωριό Μέση .
Οι "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι" κάνουν το σημείο του Σταυρό και ετοιμάζονται για τον άνισο αγώνα με τους άπιστους. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ ιερουργεί τιμώντας τους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ και σαν θεματοφύλακας των ιερών και οσίων της Φυλής μας , εμψυχώνει το εκκλησίασμα να αντισταθεί μέχρι θανάτου στους "σκύλους" που περιφέρονται λυσσασμένοι έξω απο το Άγιο Μοναστήρι. Σε λίγο ο Σουλεϊμάν Βέης καλεί απο το λόφο Κορέ τους χριστιανούς να παραδοθούν . Την απάντηση όμως τη δίνουν τα τουφέκια των επαναστατών.
Το Ιερό λάβαρο της Μονής κυματίζει περήφανα μαζί με τη Γαλανόλευκη . Οι Τούρκοι μαζί με τα κανόνια τους χτυπούν αδιάκοπα τη δυτική πόρτα . Το πολύπρακτο Αρκαδικό δράμα έχει αρχίσει .
Οι γυναίκες που ήταν μέσα στο Μοναστήρι παίρνουν μέρος στον αγώνα και προσφέρουν ανεκτίμητες υπηρεσίες. "Διακόσιοι πενήντα εννιά Κρήτες επολεμούσαν γέροι, γυναίκες και παιδιά φυσέκια κουβαλούσαν....."
Οι πολιορκημένοι δεν αστοχούν με τα βόλια τους , έτσι οι Τούρκοι δεν μπαίνουν στο Αρκάδι. Η σκληρή μάχη συνεχίζεται όλη τη μέρα με πολλούς τούρκους νεκρούς. Η σκοτεινή βροχερή νύχτα που φθάνει , σωπαίνει τα όπλα . Η Θέση των πολιορκημένων χειροτερεύει , γιατί οι Τούρκοι φέρνουν απο το Ρέθυμνο δύο βαριά κανόνια και τα τοποθετούν στους στάβλους δίπλα στη Μονή.
Την ίδια νύχτα οι χριστιανοί στέλνουν στον Παπά Κρανιώτη , απο την Κράνα Μυλοποτάμου, και τον Αδάμ Παπαδάκη απο το Πίκρι Ρεθύμνου, στο Κλησίδι Αμαρίου , όπου βρισκόταν ο Πάνος Κορωναίος για να ζητήσουν βοήθεια. Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου η καμπάνα καλεί τους πιστούς για τελευταία φορά , στο θυσιαστήριο του Θεού και καταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων \.
Ξημερώνει η 9η Νοεμβρίου. Η μάχη αρχίζει με πολλή λύσσα . Τα κανόνια σφυροκοπούν την δυτική πόρτα , ασταμάτητα και τραντάζει συθέμελα το Μοναστήρι μέχρι που η πόρτα αποχωρεί. Οι άπιστοι ρίχνονται σαν τίγρεις να κατασπαράξουν το αθώο θήραμα.
"Γιουρούσι κάνει η Τουρκιά
απάνω στα τειχειά του
και μεταθέτουν τα θρονιά κι'
ανοίγουν τα κελιά του ..."
Οι τούρκοι μπαίνουν στο περίβολο της εκκλησίας και αρχίζει η γιγαντομαχία ανάμεσα στους υπερασπιστές της Λευτεριάς και στα ανθρωπόμορφα τέρατα που δεν σέβονται τίποτα ιερό στο τόπο του μοναστηριού. Ο Γαβριήλ , ο τιμημένος αυτός ρασοφόρος , συνεχιστής της δόξας και των μεγαλείων του ιερού μας κλήρου , δίνει θάρρος και με βροντερή φωνή καλεί τους Χριστιανούς , να πολεμήσουν μέχρι θανάτου, για του Χριστού την πίστη και για την ελευθερία της Πατρίδας . όσοι επιζήσουν , να τρέξουν στην μπαρουταποθήκη , στην Καστρινή πόρτα για να δώσουν φωτιά στο μπαρούτι, να καούν ζωντανοί , για να μην πιαστούν αιχμάλωτοι.
Μια θεώρατη λάμψη φάνηκε κι ένας τεράστιος κρότος ακούστηκε . Η λάμψη αυτή θα φωτίσει απο τη μια ως την άλλη της άκρη τη μαρτυρική Μεγαλόνησο, και ο Κρότος θα ξυπνήσει όλους όσους κοιμούνται ακόμη.
Το όραμα είχε συντελεστεί. Πέτρες, κορμιά , κεφάλια , βαρέλια και χώματα βρέθηκαν σ'ένα παράξενο ανακάτωμα , όπως μας λέει η λαϊκή μούσα:
"Σφαγή μεγάλη αρχινά, περίσσια φωνοκλήσι
ετούτ' η ώρα θ'ακουστεί σ' Ανατολή και Δύση.
Και μέσα στον αναβρασμό , που ο Χάρος εβρουχάτο
βροντή, σεισμός εγίνηκε , κι ο κόσμος άνω - κάτω
φωθιά, καπνός και κτήρια , κορμιά κομματιασμένα
άντρες και γυναικόπαιδα στα νέφελα ανεβαίνουν.
Τρόχαλος έγινε η Μονή κι' εσείστη ο Ψηλορείτης
κι' αντιλαλούνε τα βουνά κι απ' άκρου ως άκρου η Κρήτη"
Οι Τούρκοι, που στο μεταξύ έχουν εξαγριωθεί, σφάζουν όποιο βρίσκουν μπροστά τους . Το μοναστήρι είναι γεμάτο απο σκοτωμένους χριστιανούς και τούρκους. Ανεξάντλητοι οι αγώνες του Κρητικού λαού ,για λευτεριά και ανεξαρτησία , πλημμυρίζουν την ιστορία του νησιού , μα πάνω απ' όλους στέκεται η μεγάλη θυσία του Αρκαδίου. Το Αρκάδι είναι ένα φαινόμενο που λάμπει και διδάσκει όχι μόνο την έκταση, αλλά και με το ύψος του μεγαλείου του.
Το Αρκάδι παρέδωσε στις νεότερες γενιές ένα ολόφωτο στεφάνι, μια δόξα κι έναν έπαινο, αλλά και ένα χρέος , βαρύ και δυσβάσταχτο: Τούτο τον ιερό τόπο, που καθαγιάστηκε με αίμα των υπερασπιστών της Μονής , να τον φυλάξομε "σαν τα μάτια μας" και να φανούμε αντάξιοι , άν χρειαστεί και γνήσιοι απόγονοι των πολεμάρχων εκείνων .Χαρακτηριστική είναι η επιγραφή που διαβάζει ο ευλαβικός προσκυνητής του Αρκαδίου στη Μπαρουταποθήκη , η οποία δείχνει περίτρανα την αδούλωτη ψυχή του Κρητικού λαού.
"Αυτή η φλόγα π' άναψε μέσα εδώ στη κρύπτη
κι απάκρου σ' άκρο φώτισε τη δοξασμένη Κρήτη,
ήτανε φλόγα του Θεού μέσα εις την οποία
Κρήτες ολοκαυτώθηκαν για την Ελευθερία "
Δεν υπάρχουν σχόλια