Μιχάλης Πρέκας: Όταν έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες της Αντιτρομοκρατικής στη «μάχη της Καλογρέζας»
Η ιστορία του Μιχάλη Πρέκα και ο θάνατός του από την αντιτρομοκρατική σε μπαλκόνι της Καλογρέζας με θεατές μια ολόκληρη γειτονιά. Τι απέγινε ο αστυνομικός που γάζωσε το μπαλκόνι
1η Οκτωβρίου 1987. Άνδρες των ΕΚΑΜ έχουν αποκλείσει μια πολυκατοικία στην Καλογρέζα. Εκεί είχε βρει καταφύγιο ο Μιχάλης Πρέκας. Μαζί του ήταν άλλοι δύο νεαροί άνδρες και είχαν οχυρωθεί στο διαμέρισμα μιας οικογένειας.
Ο Μιχάλης Πρέκας ήταν ένα φτωχόπαιδο από το Μπραχάμι, που τη δεκαετία του ’80 απασχολούσε τις αρχές για κλοπές. Οι παλαιότεροι είχαν να διηγηθούν διάφορες ιστορίες με κινηματογραφικές καταδιώξεις με πρωταγωνιστή τον Πρέκα που οδηγούσε κλεμμένα πολυτελή αυτοκίνητα, τα οποία κυνηγούσαν τα περιπολικά. Οι συλλήψεις τον έφεραν αντιμέτωπο με το σκληρό πρόσωπο της δίωξης και ανέπτυξε αισθήματα μίσους για τους αστυνομικούς. Σύμφωνα με την Αστυνομία ο Πρέκας απέκτησε σχέσεις με αντιεξουσιαστικούς κύκλους και κάποια στιγμή «συναντήθηκε» και με την τρομοκρατία.
Η Αντιτρομοκρατική διέρρεε τότε, ότι αυτός ήταν ο αρχηγός στην «Αντικρατική Πάλη».
Εκείνη την ημέρα του Οκτωβρίου ο Μιχάλης Πρέκας μαζί με τον Χριστόφορο Μαρίνο και τον Κλέαρχο Σμυρναίο είχαν προσπαθήσει να κλέψουν από περιπολικό έναν ασύρματο ο οποίος θα επέτρεπε στο φυγόδικο Πρέκα να γνωρίζει τις κινήσεις της αστυνομίας. Αφού καταδιώχθηκε, εγκλωβίστηκε στην ταράτσα ενός κτιρίου, χωρίς τρόπο διαφυγής. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών που έμεινε γνωστή ως η «μάχη της Καλογρέζας».
Η υπόθεση κατά την Αστυνομία ξεκίνησε ύστερα από ανώνυμο τηλεφώνημα, που έκανε άγνωστος άντρας στον αξιωματικό υπηρεσίας της Άμεσης Δράσης. Τον ενημέρωσε ότι στη διασταύρωση Περάτων και Εθνικής Αντιστάσεως στην Καλογρέζα υπήρχαν τρία ύποπτα άτομα μέσα σε σταματημένο αμάξι, το οποίο όπως αποδείχτηκε ήταν το υπηρεσιακό αμάξι του Περιφερειάρχη Αττικής. Νωρίτερα το είχαν κλέψει από το Χαλάνδρι, όπου το είχε αφήσει ο αστυφύλακας – οδηγός του περιφερειάρχη.
Αμέσως δόθηκε εντολή σε αστυνομικούς να πάνε στο σημείο και να ελέγξουν τα στοιχεία της ταυτότητας των υπόπτων. Το κλεμμένο αμάξι του Περιφερειάρχη μεταφέρεται στη Σήμανση Οι αστυνομικοί όταν έφτασαν στη διασταύρωση παρατήρησαν ότι σε παγκάκι που ήταν κοντά στο σταματημένο αμάξι, κάθονταν άλλοι δύο άγνωστοι άνδρες, οι οποίοι μόλις τους είδαν άρχισαν να τρέχουν.
Το ίδιο έκαναν και οι τρεις που βρίσκονταν μέσα στο αμάξι. Το εγκατέλειψαν και τράπηκαν σε φυγή. Οι αστυνομικοί ξεκίνησαν να τους καταδιώκουν. Τότε οι τρεις άγνωστοι τους πυροβόλησαν. Οι αστυνομικοί απάντησαν στα πυρά, πυροβολώντας με τα υπηρεσιακά τους περίστροφα. Έτσι ξεκίνησε η μάχη.
Η καταδίωξη
Η περιοχή αναστατώθηκε από τους πυροβολισμούς και οι κάτοικοι βγήκαν στα μπαλκόνια τους για να δουν τι συμβαίνει. Λίγα λεπτά αργότερα συνελήφθη ο ένας από τους τρεις νεαρούς. Ήταν ο φοιτητής της Φιλοσοφικής, Κλέαρχος Σμυρναίος.
Οι άλλοι δύο διέφυγαν και κρύφτηκαν στον ακάλυπτο σπιτιού στην Καλογρέζα. Με τη βοήθεια μιας σκάλας ανέβηκαν στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου. Μπήκαν στο σπίτι και με τα όπλα τους ακινητοποίησαν τους ενοίκους: μια γυναίκα και τα παιδιά της.
«Μη φοβάστε, δεν είμαστε έμποροι ναρκωτικών, ούτε κλέφτες. Μας κυνηγάει η αστυνομία», είπαν. Οι άντρες ακινητοποίησαν και τον άντρα του σπιτιού, τον οποίο ρώτησαν που είχε αφήσει το αυτοκίνητο του. Του ζήτησαν να το φέρει κοντά στο σπίτι και να τους πάει στην Κηφισιάς. Εκείνος έδειξε να συμφωνεί, αλλά ζήτησε από τους δράστες να αφήσουν ελεύθερους τα παιδιά και τη γυναίκα του, όπως και έγινε.
Η περιοχή ήταν κυκλωμένη από αστυνομικούς. Κανένας όμως δεν γνώριζε που βρίσκονταν οι δράστες. Όταν ο άντρας έφτασε στο αμάξι, άφησε επίτηδες τον συναγερμό να ηχεί. Η σειρήνα τράβηξε την προσοχή των αστυνομικών που έσπευσαν στο σημείο. Τότε βρήκε την ευκαιρία να τους πληροφορήσει για την ομηρία της οικογένειάς του. Ο υποδιοικητής της Ασφάλειας Αττικής πήρε τηλέφωνο στο σπίτι, όπου βρίσκονταν οι δράστες, μίλησε με τον Μιχάλη Πρέκα και προσπάθησε να τον πείσει να παραδοθεί.
«Ή θα σας σκοτώσω ή θα με σκοτώσετε. Μέση λύση δεν υπάρχει», φέρεται ότι ήταν η απάντησή του.
Κατά μια άλλη εκδοχή θέλησε να βγει στο μπαλκόνι για να διαπραγματευτεί με τους αστυνομικούς. Οι αστυνομικοί επιχείρησαν να ανοίξουν την πόρτα με το κλειδί και να εισβάλλουν στο σπίτι. Τότε ο Πρέκας πυροβόλησε και τραυμάτισε ελαφρά έναν αστυνομικό. Αμέσως μετά, ο άλλος καταδιωκόμενος βγήκε από το μπαλκόνι και παραδόθηκε. Ήταν ο 21 ετών σπουδαστής του Πολυτεχνείου Χριστόφορος Μαρίνος.
Ο Πρέκας όταν βρέθηκε μόνος του, βγήκε στη βεράντα του σπιτιού με τα δύο χέρια ψηλά, κρατώντας δύο πιστόλια. Καλύφθηκε σε μια γωνιά και πυροβόλησε. Την ίδια στιγμή δέχτηκε καταιγισμό πυρών από 3 αστυνομικούς. Το σώμα του τινάχθηκε πίσω και σωριάστηκε στο μπαλκόνι. Τα ομαδικά πυρά των αστυνομικών τον είχαν γαζώσει. Στο μπαλκόνι σωριάστηκε αιμόφυρτος. Οι αστυνομικοί τον μετέφεραν στο νοσοκομείο, όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Σύμφωνα με τη νεκροτομή, τα πέντε από τα έξι τραύματα ήταν διαμπερή και τα περισσότερα από αυτά ήταν στους μηρούς και τον αριστερό βραχίονα. Το τραύμα που προκάλεσε το θάνατο του Πρέκα ήταν τυφλό.
Η σφαίρα βρήκε τον Πρέκα στον ώμο, του τρύπησε στο δεξιό πνεύμονα, το συκώτι, το στομάχι και το δεξί νεφρό.
Εκτός από τα δύο πιστόλια, που κρατούσε ο Πρέκας, βρέθηκε και ένα τρίτο όπλο στο σπίτι, όπου κρυβόταν. Σύμφωνα με την Αστυνομία, όλα είχαν κλαπεί από το λιμεναρχείο της Ραφήνας τον Αύγουστο του 1987.
Αμέσως μετά την ένοπλη συμπλοκή η αστυνομία συνέλαβε 17 άτομα. Σε πέντε από αυτά αποδόθηκαν κατηγορίες διαφορετικές από τους αρχικούς λόγους της σύλληψης τους.
Οι αναρχικοί σε ανακοίνωση που υπέγραψαν κατήγγειλαν «τη δολοφονική δίψα των οργάνων της τάξης, θύμα της οποίας είναι ο Μιχάλης Πρέκας, τον άγριο βασανισμό, όπως αναφέρουν, των συντρόφων τους, Κλέαρχου Σμυρναίου και Χριστόφορου Μαρίνου, καθώς και το πογκρόμ συλλήψεων και προσαγωγών στην Ασφάλεια».
Στις 11 Οκτωβρίου 1987 η τρομοκρατική οργάνωση 17Ν δημοσίευσε προκήρυξη με αφορμή την ανακάλυψη της υποτιθέμενης γιάφκας στην οδό Καλαμά στα Σεπόλια:
«Πέρα απ’ τη συνεχή παραπληροφόρηση μέσω των δημοσιογράφων, σημειώνουμε την όλη επιχείρηση που κατάληξε στη στυγνή φασιστική δολοφονία του Πρέκα. Εκατοντάδες μπάτσοι με πολιτικά να ζητούν σα δήθεν αγανακτισμένοι πολίτες το λιντσάρισμά του πασχίζοντας να δημιουργήσουν συναίνεση για τη φασιστική πρακτική τους. Οι άνδρες των ειδικών δυνάμεων να ξυλοκοπούν το Μαρίνο και να το παρουσιάζουν μέσω των δημοσιογράφων ότι χτυπήθηκε από πολίτες.
Τέλος η δολοφονία που είναι συνέπεια του συνδυασμού αλλαλούμ της αμερικάνικης πολιτικής-διαταγής, που επιτάσσει να σκοτώνονται οι «τρομοκράτες» σε τέτοιες περιπτώσεις, και της ελληνικής ιδιαιτερότητας ο Πρέκας έκανε βόλτες στο μπαλκόνι κοροϊδεύοντας τους χωρίς να προφυλάσσεται που επέβαλλε να μη σκοτωθεί.
Έτσι αυτή η δολοφονία διέλυσε το μύθο των ειδικών δυνάμεων, αποκάλυψε το πραγματικό τους ποιόν, τους ξεσκέπασε πανηγυρικά σαν μια συμο-ρία ανίκανων, θρασύδειλων χαραμοφάηδων.
Έχοντας όλα τα πλεονεκτήματα με το μέρος τους, υπερσύγχρονο οπλισμό, αλεξίσφαιρα γιλέκα, έχοντας περικυκλώσει τον Πρέκα, όντας καμιά εκατοστή ακροβολισμένοι απέναντι σε έναν, δηλαδή παίζοντας εκ του ασφαλούς αφού δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο, όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να τον συλλάβουν, αλλά μόλις ο Πρέκας εμφανίστηκε στο μπαλκόνι κι έριξε έναν πυροβολισμό στον αέρα, τα ‘καναν στην κυριολεξία και απάντησαν με καταιγισμό σφαιρών.
Μπορούμε να πούμε λογικά ότι ο Πρέκας πέφτοντας δολοφονημένος απ’ τις σφαίρες τους, τους εκδικήθηκε άσχημα. Τους ξεβράκωσε με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο.»
Για την υπόθεση της Καλογρέζας, εκτός από τον Χριστόφορο Μαρίνο και τον Κλέαρχο Σμυρναίο, η αστυνομία συνέλαβε και την σύντροφο του Πρέκα, η οποία κατηγορήθηκε για οπλοκατοχή, διακεκριμένες κλοπές και πλαστογραφία.
Φυλακίστηκε για σχεδόν ένα χρόνο, μεγαλώνοντας το μωρό της μέσα στη φυλακή. Τελικά αθωώθηκε και απελευθερώθηκε. Στη συνέχεια προσέφυγε στη δικαιοσύνη για να τιμωρηθεί ο αστυνομικός που άνοιξε πυρ. Προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο και ζήτησε να αναιρεθεί το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών με το οποίο είχε απαλλαχτεί ο αστυνομικός.
Υποστήριξε ότι ο αστυνομικός ανταπέδωσε τους πυροβολισμούς του Μιχάλη Πρέκα και τον σκότωσε από μεγάλη απόσταση, ενώ η κάλυψή του ήταν πλήρης, με αποτέλεσμα να μην αιτιολογείται η απόφαση του δικαστικού συμβουλίου ότι ο αστυνομικός βρισκόταν σε κατάσταση νόμιμης άμυνας.
Μετά από χρόνια, το δικαστήριό έβγαλε πόρισμα ότι ο Πρέκας δεν δολοφονήθηκε και απάλλαξε οριστικά τον αστυνομικό.
Στις 20 Φεβρουαρίου 1991, ο «ΕΚΑΜίτης» συλλαμβάνεται μαζί με τον συνάδελφό του σε πυλωτή πολυκατοικίας στο Ν. Κόσμο, τη στιγμή που διαπραγματεύονταν με ιδιώτη την πώληση δύο πιστολιών τύπου «Μπράουνιγκ» αντί 360.000 δρχ. το ένα και 1.200 σφαιρών διαφόρων διαμετρημάτων.
Μετά από έρευνα, που έγινε στο διαμέρισμα του, βρέθηκαν σφαίρες, ένα πιστόλι και πολλά πυρομαχικά. Σε άλλη έρευνα σε γκαρσονιέρα της Κυψέλης όπου έμενε ο «ΕΚΑΜίτης» μαζί με τον αστυνομικό αδερφό του, διοικητή της ΕΚΑΜ, εντοπίστηκε μεγάλος αριθμός πυρομαχικών, όπως πυροκροτητές, χειροβομβίδες, εκρηκτικές ύλες, πιστόλια, φυσίγγια.
Στις 19 Ιουνίου 1997, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, καταδίκασε για παράνομη κατοχή και εμπόριο όπλων τον πρώην διοικητή της ΕΚΑΜ σε 3 χρόνια φυλάκιση για κατοχή πυρομαχικών, τον αδερφό του -απότακτο αστυνομικό της ΕΚΑΜ- σε 4 χρόνια και 2 μήνες για κατοχή και εμπορία όπλων και πυρομαχικών και κατοχή μικροποσότητας χασίς. Απολογούμενος ο πρώην διοικητής των ΕΚΑΜ απέδωσε, τη «σκευωρία» στην ίδια την Αστυνομία» την περίοδο που γίνονταν οι κρίσεις των ανώτατων αξιωματικών».
Το φωτορεπορτάζ της Ελευθεροτυπίας είναι του Σπύρου Τσακίρη που κάλυψε το αιματηρό γεγονός.
Δεν υπάρχουν σχόλια